Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου 2017

Το γλυκύτατο πρόσωπο της Παντανάσσης Μαριάμ,

   Στην εποχή μας συνήθως πετυχημένοι άνθρωποι θεωρούνται εκείνοι που έχουν βάλει υψηλούς στόχους στη ζωή τους και τους έχουν κατακτήσει. Ακόμη πετυχημένοι  θεωρούνται όσοι έχουν καταφέρει να αποκτήσουν πλούτη, αναγνωρισημότητα και δόξα επίγεια. Κι όμως όλοι αυτοί μετά το θάνατό τους ξεχνιούνται.Εν αντιθέσει μ’αυτούς υπάρχει ένα πρόσωπο που γεννήθηκε χωρίς να έχει υψηλούς στόχους στη ζωή του, χωρίς να έχει πλούτη και δόξα επίγεια. Τούτο το πρόσωπο τιμάμε σήμερα και θα το τιμάμε αιωνίως, διότι έχει ξεχωριστή θέση στην εκκλησία μας και στην καρδιά μας. Το γλυκύτατο πρόσωπο της Παντανάσσης Μαριάμ, της οποίας την κοίμηση εορτάζουμε.Τρία είναι αδελφοί τα βασικά χαρακτηριστικά της ζωής της Θεοτόκου:
α) Ήλθε σ’αυτήν τη ζωή χωρίς να έχει δικούς της στόχους και δικό της θέλημα. Η Παναγία ζει κυριολεκτικά «ουκέτι εν εαυτή, ζη δε εν αυτή ο Χριστός».Η ζωή της πριν τον Ευαγγελισμό είναι  προετοιμασία για να γεννήσει τον Χριστό  (3 έως 15 ετών στο Ναό: Εισόδια). Μετά δε τη γέννηση του Κυρίου η ζωή της είναι ζωή με τον Χριστό. Η Αειπάρθενος είναι λοιπόν αφοσιωμένη στον Υιό της μέχρι την Σταύρωση , την Ανάσταση και Ανάληψή Του.Θέλοντας ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός να δείξει πως η Μαριάμ δεν είχε στην ζωή της δικούς της στόχους, αλλά είχε ταυτίσει τη ζωή της με το θέλημα του Θεού, γράφει τα ακόλουθα απευθυνόμενος σ’αυτήν:  « Έξης γαρ ου σεαυτη, ου γαρ σεαυτής ένεκα γεγένησαι, όθεν έζης Θεώ, δι’ον εις τον βίον ελήλυθας, όπως τη παγκοσμίω εξυπηρετήσεις σωτηρία».
  β)  Η Παναγία δεν έζησε μια ζωή άνεσης και καλοπέρασης, αλλά έζησε εν πτωχεία, εν αφανεία, εν προσευχή, εν διωγμώ (π.χ. φυγή στην Αίγυπτο). Επίσης έζησε έχοντας ως βίωμά της τον πόνο διότι είδε να καταδιώκουν τον Υιό της ο Ηρώδης, οι αρχιερείς, οι γραμματείς οι Φαρισαίοι, ακόμη και οι πατριώτες του οι Ναζαρηνοί.Ας ακούσουμε λοιπόν πώς περιγράφει ο Ευαγγελιστής Λουκάς την συμπεριφορά των Ναζαρηνών απέναντι στο Χριστό: «Εξέβαλον αυτόν έξω της πόλεως (της Ναζαρέτ) και ήγαγον αυτόν έως της οφρύος του όρους …εις το κατακρημνίσαι Αυτόν». (Λουκά δ΄ 29)

Η Παναγία μας ως βασίλισσα του πόνου – Πρωτοπρ. Θωμά Παπαδοπούλου.


Είναι αλήθεια , ότι η Παναγία μας, από την στιγμή που δέχθηκε το χαρμόσυνο άγγελμα του ερχομού του Λυτρωτού στον κόσμο κι ότι θα γίνει μητέρα του Θεού, από εκείνη την στιγμή, άρχισε ο πόλεμος του διαβόλου εναντίον της.
Και βλέπουμε να βρίσκεται στον πρώτο πόνο η Υπεραγία Θεοτόκος, να μην βρίσκει τόπο να εναποθέσει τον Υιό και Λόγο του Θεού. «Ουκ ην τόπος εν τω καταλύματι». Και βρέθηκε σ’ ένα σπήλαιο μέσα, εκεί με τα άλογα ζώα. Σαν ο πιο φτωχός άνθρωπος στον κόσμο ήρθε ο Χριστός μας.
Μετά άρχισε ο άλλος πόνος στην Παναγία μας, ο διωγμός του Ηρώδη. «Άγγελος Κυρίου εφάνη κατ’ όναρ τω Ιωσήφ λέγων, παράλαβε το παιδίον και την μητέρα και φεύγε εις την Αίγυπτον». Ξενιτεύεται η Παναγία μας.
Στην συνέχεια, ακολουθεί ο πόνος ο οποίος προερχόταν από την εχθρική στάση των Γραμματέων και των Φαρισαίων προς τον Υιόν της και Θεόν μας. Και αυτή η στάση ήταν συνεχής και ο πόνος της παναγίας μας ήταν συνεχής. Έβλεπε όλους αυτούς να Του φέρονται με τον πιο χειρότερο τρόπο, να Του κάνουν παραπλανητικά ερωτήματα, να προσπαθούν να Τον παγιδεύσουν. Έβλεπε την πώρωση αυτών των ανθρώπων, οι οποίοι δεν παραδέχονταν τα θαύματα που έκανε ο Κύριός μας.
Πόνεσε πολύ όταν έμαθε την προδοσία του Κυρίου μας από τον μαθητή Του. Πόνεσε φοβερά όταν Τον συνέλαβαν, όταν Τον έφτυναν, Τον ύβριζαν, Τον κτυπούσαν , Τον ειρωνεύονταν, όταν Του έβαλαν το ακάνθινο στεφάνι. Κορυφώθηκε δε ο πόνος στην σταύρωση.
Ήρθε όμως η Ανάσταση και χάρηκε η Παναγία μας. Αλλά η χαρά της Παναγίας μας είναι ολοκληρωμένη, όπως και ο πόνος της Παναγίας μας είναι μεγάλος. Και συνυπάρχουν αυτά τα δύο στην Παναγία μας κι εξακολουθούν να συνυπάρχουν. Γιατί;
Δεν τελείωσε ο πόνος της Παναγίας μας με την σταύρωση του Κυρίου μας, αλλά συνεχίζεται, όταν βλέπει τους πιστούς, τους ανθρώπους, τους βαπτισμένους στο όνομα της Αγίας Τριάδος , να παραφέρονται, να υβρίζουν, να βλασφημούν, να κατακρίνουν, να αντιπαθούν, να μισούν. Και ο πόνος της Παναγίας μας πλεονάζει, όταν βλέπει τις ασθένειες, τους θανάτους, όταν βλέπει διάχυτο πόνο μέσα στην οικογένεια, όταν βλέπει πλήθος, πλήθος πόνου μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο. Και γι’ αυτό, ως βασίλισσα του πόνου, η Παναγία μας προστρέχει στον ανθρώπινο πόνο και προσφέρει το δώρημα «προς το συμφέρον της αιτήσεως», αρκεί ο προσευχόμενος και η προσευχομένη να έχουν βαθύτητα πίστεως και προσηλώσεως προς τον Υιό της.

Πρωτοπρ. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης, Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ. Ο πόνος και η αγάπη της Παναγίας





Οι άγιοι Πατέρες και οι ιεροί υμνο­γρά­φοι όταν ομιλούν για την Πα­να­γία, εκπλήσσονται μπροστά στη μεγαλο­σύνη της και την ατενίζουν με δέος ιερό. Θαυμάζουν τον υπερφυή τόκο της,  υμνούν το ύψος των πνευ­­ματικών της χαρισμάτων, δοξάζουν  τον Τριαδικό Θεό για την πρέ­σβει­ρα του ανθρωπίνου γένους στον ουρανό. Γνωρίζουν ότι, τον έμψυχο ναό του Θεού δεν μπορούν να αγγίξουν χέρια αμύη­των. Ζητούν με τα­πεί­νωση από τον Δωρεοδότη  Κύριο να τους χαρίζει γλώσσα, προ­φο­ρά και λογισμό α­κα­ταί­σχυντο, λάμψη θεϊκή και φωτισμένο νου, για να πε­­ρι­γράφουν το «υπέρ λόγον και έννοιαν» μυστήριο της θείας εναν­θρώ­πησης. Πάντοτε συνδέ­ουν το ιερό πρόσωπό της με το πρόσωπο του Σωτήρος Χρι­στού.



            Η Παναγία αγάπησε πολύ και πόνεσε πολύ. Βίωσε και γεύθηκε τον πόνο, την προσφυγιά, την περι­φρό­νηση, τον ονειδισμό και την ανθρώπινη κακία σε απερίγραπτο βαθμό. Η προφητεία του Συμεών είναι ενδεικτική: «και σου δε αυτής την ψυχήν διελεύσεται  ρομφέα» (Λουκ. 2,35). Ο Γέρο­ντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ γράφει: «Η Παναγία μας, πόνεσε πιο πο­λύ απ΄ όλες τις γυναίκες, πιο πολύ απ΄ ό­λες τις μανάδες του κόσμου, γι­α­τί κανέ­να δεν έβλαψε, σε κανένα δεν έκα­νε κακό, κι΄ όμως Της έκαναν το με­γαλύτερο κακό όλης της οικουμένης. Σταύ­ρωσαν Τον Υιό Της. Και α­ντι­κρύζοντάς Τον πάνω Στο Σταυρό,  πόνεσε τόσο η καρδιά της… Γι΄ αυτό μπορεί να καταλάβει την κάθε πονεμένη ύπαρξη, και συ­μπά­σχει με τον κάθε άνθρωπο που πονά, γιατί ακριβώς , ξέρει τι πάει να πει πόνος».

Η ζωή της Παναγίας- από την Πεντηκοστή μέχρι την Κοίμηση (άγνωστα στοιχεία)




Ήρθε η ώρα που οι Απόστολοι θα διασκορπίζοντο στη γη για να κηρύξουν το Ευαγγέλιο. Όμως για το που θα πήγαινε ο καθένας, θα έριχναν κλήρο. Έβαλαν κλήρο και για την Παρθένο. Ο κλήρος έδειξε για Αυτή την μακρινή χώρα των Ιβήρων. Το δέχθηκε. Και ετοιμάζονταν. Όμως ο Υιός της είχε άλλο σχέδιο. Της παραγγέλνει με τον αρχάγγελο Γαβριήλ : «Μη πας στην Ιβηρία. Μη φεύγεις από την Ιουδαία. Πήγαινε προ στιγμή στη χερσόνησο του Άθω.» (τότε κατοικείτω από ειδωλολάτρες).
Ενώ το είχε «χωνέψει», πως θα πήγαινε στην Ιβηρία, τώρα αλλάζει τα σχέδια. (Τόσο εύκολα…) Ξεκίνησε με τον Άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο για τον Άθω (σήμερα Άγιον Όρος) . Καθώς έμπαινε στο λιμάνι (πάντα κατά την παράδοση) έγιναν τέρατα και σημεία.
Τα δένδρα, τα σπίτια και η κορυφή του Άθω, προσκυνούσαν την μεγάλη επισκέπτρια.
Το μεγάλο άγαλμα του Δία, που στέκονταν στην κορυφή, έπεσε στο γκρεμό, κάνοντας μεγάλο κρότο. Έγινε συντρίμμια.
Τα άλλα αγάλματα εκραύγαζαν : «Άνδρες του Απόλλωνος πηγαίνετε στο λιμάνι του Κλήμεντος. Προϋπαντήστε την Μαρία, τη Μητέρα του Θεού». Ευθύς τα αγάλματα αυτά εκονιορτοποιήθησαν. (Ήδη ο Υιός της ετοίμασε το έδαφος για πνευματική σπορά). Τρόμος κυρίευσε τους κατοίκους. Κατέβηκαν στο λιμάνι. Υποδέχτηκαν με δέος την Μητέρα του Κυρίου. Και άκουσαν από το πανάγιο στόμα της το μήνυμα της σωτηρίας.
Η Θεοτόκος ευχαρίστησε τον Κύριο και τον παρακάλεσε :
– Να προστατεύει τον τόπο αυτό μέχρι της συντέλειας του αιώνος από αοράτους και ορατούς εχθρούς. Και να του χαρίζει όλα τα αγαθά.
Και ο Υιός της της απάντησε :
– Ότι μου ζήτησες θα γίνει. Αρκεί να φυλάττουν τις εντολές μου. Από τώρα και στο εξής ο τόπος αυτός θα είναι δικός σου. Θα είναι το περιβόλι σου και λιμάνι σωτηρίας.

Β. Στην Ιερουσαλήμ.
α. Τόπος διαμονής
Μετά τον Άθω γύρισε στα Ιεροσόλυμα. Εγκαταστάθηκε στην Γεθσημανή, στην περιοχή Σιών. Κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό έμεινε στο υπερώον (λόγος Β’ εις Κοίμηση κεφ. 4). Έμεινε εκεί μέχρι την κοίμηση της. Περίπου είκοσι χρόνια.

β. Το παρουσιαστικό της.
Αγαπούσε τη λιτή και μονόχρωμη ενδυμασία. Συνηθισμένη φορεσιά της ήταν η «εσθήτα» (πανωφόρι) και η ζώνη.
Είχε ανάστημα κανονικό.
Το πρόσωπο της είχε χρώμα ωρίμου σταριού.
Είχε ξανθά μαλλιά, και μάτια.
Κατά τον Πιλάτο, ήταν η πιο όμορφη γυναίκα του κόσμου.

γ. Η ασκητική της ζωή.
Η εις ουρανούς ένδοξη Ανάληψη του υιού της, έγινε αφορμή να αυξήσει την ασκητική της ζωή.
Συγκεκριμένα :
Ξενυκτούσε στην προσευχή! Και δεν προσευχόταν όρθια ή γονατιστή. Χρωμάτιζε την προσευχή της με τις επίμονες γονυκλισίες (μετάνοιες). Έκανε τόσες πολλές μετάνοιες, ώστε στα άγια γόνατα της σχηματίστηκαν «κόμποι», όπως της γίδας . Το δε μάρμαρο που ακουμπούσαν τα γόνατα της,… βαθούλωσε!!!
Κατακουρασμένη κοιμόταν χάμω για λίγο. Έχοντας σαν στρώμα μια πέτρα.!!
Και στη νηστεία ήταν εξίσου αυστηρή. Την τηρούσε πάντα με ακρίβεια και αυστηρότητα.
Νηστεία αγρύπνια προσευχή ήταν το τρίπτυχο της πνευματικής ζωής της.

δ. Η κοινωνική της δραστηριότητα.
Ήταν φιλόξενη. Υποδεχόταν και περιποιόταν τους ξένους με πλατειά καρδιά.
Έκανε ελεημοσύνες.
Έτρεχε στα ορφανά, στις χήρες, στους καταπονημένους, στους θλιβομένους. Η μεγάλη της ευσπλαχνία, ράγιζε και τις πέτρινες ψυχές.
Τα προβλήματά τους ήταν και δικά της προβλήματα. Περισσότερο δικά της. Την πυρπολούσαν. Δεν την άφηναν να ησυχάσει.
Έβγαζε δαιμόνια. Θεράπευε αρρώστους.

ε. Την σέβονταν οι πάντες.
Είχε τόσο πολύ εξαϋλωθεί από την υπερβολική της άσκηση, ώστε φαινόταν πως δεν είχε πιά σάρκα! Είχε τέτοιο φωτεινό πρόσωπο, τέτοια επιβλητική μορφή, ώστε και μόνο η παρουσία της συγκλόνιζε! Γι αυτό παρόλο, που κατοικούσε εκεί που πριν από λίγο καιρό οι Ιουδαίοι σταύρωσαν το παιδί της, την σέβονταν οι πάντες. Όχι μόνο οι δικοί της και οι γνωστοί της, αλλά και αυτοί οι εχθροί του Χριστού!
Από το βιβλίο του Αρχιμανδρίτου
Βασιλείου Μπακογιάννη
“Χαίρε Κεχαριτωμένη”



Οι τελευταίες ημέρες και στιγμές της Θεοτόκου


ο τάφος της Θεοτόκου στη Γεσθημανή
ο τάφος της Θεοτόκου στη Γεσθημανή
από το βιβλίο «Χαίρε Κεχαριτωμένη», του Αρχ. Βασιλείου Μπακογιάννη
H Παναγία μας είχε προαισθανθεί το τέλος της. Είχε τόσο ταπεινή ιδέα για τον εαυτό της , ώστε πίστευε πως η ψυχή της θα κατακριθεί από τα εναέρια τελώνια! Για αυτό το λόγο, δεκαπέντε μέρες πριν από το τέλος της έκανε ειδική νηστεία και προσευχή, για να περάσει ακατακρίτως τα τελώνια.
Τρεις μέρες πριν από την κοίμησή της , και ενώ προσευχόταν στο σπίτι της, την επισκέφτηκε ο αρχάγγελος Γαβριήλ: «Χαίρε Κεχαριτωμένη, (της είπε). Σε  τρεις μέρες θα φύγεις από τον κόσμο αυτό. Θα έρθει ο Υιός σου και θα παραλάβει την ψυχή σου»και της έδωσε έναν κλάδο από φοίνικα,σύμβολο ακηράτου ζωής και αθανασίας, όπως λέει ο  άγιος Πατριάρχης Γερμανός.
.
Η Γερόντισσα Μαρία, με τον φοίνικα στο χέρι, έτρεξε να προσευχηθεί στο ¨Όρος των Ελαιών, εκεί που πάντα προσευχόταν. Γονάτισε και είπε στον Υιό της: « Κύριέ μου. Εγώ δεν είμαι άξια να έρθεις να παραλάβεις την ψυχή μου. Όμως έρχεσαι, επειδή είσαι ελεήμων. Σε ικετεύω! Μην αφήσεις τα τελώνια να την βλάψουν!» Και άλλα πολλά είπε στην τελευταία της προσευχή.
Πήρε τον δρόμο της επιστροφής. Τα δέντρα της έκαναν υπόκλιση, λες και την αποχαιρετούσαν!

Έφτασε στο σπίτι της,. Το σάρωσε, το ευπρέπισε, άναψε τα φώτα, ετοίμασε τα σάβανα, στόλισε το νεκροκρέβατο. Ντύθηκε στα γιορτινά της. Κάλεσε τον ευαγγελιστή Ιωάννη, του ανήγγειλε την «μαύρη είδηση» και αυτός ξέσπασε σε θρήνους και οδυρμούς.

Το μαύρο μαντάτο διαδόθηκε αστραπιαία σε όλες τις γειτονιές. Έφτασε σε όλη την πόλη. Κατέφτασαν σπίτι της οι χήρες, τα ορφανά, οι φτωχοί, οι πονεμένοι. Έκλαγαν, και έλεγαν:
-Πώς θα ζήσουμε χωρίς εσένα: Θα μείνουμε ορφανοί!
-Ας γίνει το θέλημα του Υιού και Θεού μου, έλεγε η Παρθένος.

Πέθαινε η μάνα του Χριστού και οι μαθητές ήταν διασκορπισμένοι σε όλη τη γη. Σύννεφα τους άρπαξαν και τους έφεραν στα Ιεροσόλυμα, στο σπίτι της Παρθένου.
Μπήκαν στο σπίτι και με δέος την προσκύνησαν. Κάπως καθυστερημένα κατέφτασε και ο Παύλος.

Η μελλοθάνατη Μαρία, βλέποντας το χορό των Αποστόλων να καταφτάνει για χάρη της από τα πέρατα της γης, ύμνησε τον Κύριο: «μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριο…»
Ξάπλωσε στο νεκροκρέβατο. Παρά τη κεφαλή της  στάθηκε ο Πέτρος, παρά τους πόδας ο Ιωάννης, γύρω-γύρω οι λοιποί απόστολοι, περιμένοντας εναγωνίως τον Υιό και Θεό της να παραλάβει την ψυχή της , όπως προείπε ο Γαβριήλ.

Και ο Κύριος ήρθε. Τον προσκύνησαν, τους ευλόγησε, και παρέλαβε την ψυχή της μάνας Του. Ήταν 15 Αυγούστου, ώρα 9π.μ.
Ο Κύριος ανέβαινε στους ουρανούς με την ψυχή της μάνας  Του στα χέρια Του.
 (*Η Παναγία πρέπει να ήταν 75 χρονών όταν κοιμήθηκε. Όταν γέννησε τον Χριστό, ήταν 17 χρονών.)

(από το βιβλίο «Χαίρε Κεχαριτωμένη», του Αρχ. Βασιλείου Μπακογιάννη, εκδ. Θαβώρ, σ.105-108)

Η ζωή της Παναγίας, με συντομία – του Θοδωρή Ρηγινιώτη


Άγγελος-Η Θεοτόκος από τη δέηση (Αγία Μονή Βιάννου)Για τη ζωή της Παναγίας δε βρίσκουμε πολλά στοιχεία στην Αγία Γραφή. Αυτό συμβαίνει, γιατί η Αγία Γραφή, και ιδιαίτερα η Καινή Διαθήκη, μιλάει μόνο για ό,τι έχει άμεση σχέση με το έργο του Ιησού Χριστού, τη διδασκαλία, το θάνατο και την ανάστασή Του, και δε δίνει λεπτομέρειες για άλλα γεγονότα ή άλλα πρόσωπα, όσο σημαντικά κι αν είναι.
Έτσι, στο ευαγγέλιο διαβάζουμε λίγα γεγονότα από τη ζωή της Παναγίας, ενώ τα περισσότερα είναι γραμμένα σε άλλα πρωτοχριστιανικά βιβλία, που δεν περιλαμβάνονται στην Αγία Γραφή, αλλά διασώζουν πληροφορίες από την αρχαία παράδοση και την ιστορική μνήμη των πρώτων χριστιανών. Τέτοια βιβλία είναι το λεγόμενο «Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου», που μιλάει για την οικογένεια, τη γέννηση και τα παιδικά χρόνια της Παναγίας, και ο «Λόγος του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου περί της κοιμήσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου», που αναφέρει τα γεγονότα της κοίμησής Της.
Αυτά τα βιβλία οι φιλόλογοι τα κατατάσσουν στα λεγόμενα «απόκρυφα κείμενα», αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι απόκρυφα, αλλά ορθόδοξα πρωτοχριστιανικά κείμενα. Απόκρυφα κείμενα ή απόκρυφα ευαγγέλια ονομάζονται τα βιβλία που έγραψαν διάφορες αιρετικές ομάδες κατά μίμηση των χριστιανικών τεσσάρων ευαγγελίων, αλλά τα κρατούσαν κρυφά και τα διάβαζαν μόνο οι οπαδοί τους (1). Αυτό δεν ισχύει για τα κείμενα που αναφέρονται στην Παναγία, που ανήκαν στους χριστιανούς, δεν περιέχουν αιρετικές διδασκαλίες, κυκλοφορούσαν φανερά και επιτρεπόταν να τα διαβάσουν όλοι.
Από τις αρχαίες αυτές πηγές μαθαίνουμε τα εξής:
Οι πρόγονοι της Παναγίας
Γονείς της Παναγίας είναι οι άγιοι Ιωακείμ και Άννα. Γονείς της αγίας Άννας ήταν ένα άλλο άγιο ζευγάρι, ο ιερέας Ματθάν και η Μαριάμ (παππούς και γιαγιά της Θεοτόκου). Ο δίκαιος Ματθάν (2) ήταν ιερέας του αληθινού Θεού και ανήκε (όπως όλοι εκείνοι οι άνθρωποι) στη θρησκεία της Παλαιάς Διαθήκης, τη θρησκεία που είχε τις 10 εντολές και τους προφήτες και περίμενε τον ερχομό του Χριστού.
Ο Ματθάν ήταν απόγονος του αρχαίου βασιλιά, προφήτη και ποιητή Δαβίδ, που είχε ζήσει χίλια χρόνια πριν. Γι’ αυτό οι προφήτες έλεγαν πως ο Χριστός θα είναι «υιός του Δαβίδ», δηλ. απόγονος του Δαβίδ. Γι’ αυτό επίσης ο Χριστός γεννήθηκε στη Βηθλεέμ, γιατί ήταν η πατρίδα του Δαβίδ. Ακόμη, οι προφήτες είχαν πει συμβολικά πως «από τη ρίζα του Ιεσσαί» (του πατέρα του Δαβίδ) θα βγει μια «ράβδος» (μια βέργα) που θα ανθίσει και το άνθος της θα είναι ο Χριστός. Η ράβδος αυτή είναι η Παναγία.
Ο Ματθάν και η Μαριάμ απέκτησαν τρεις κόρες, τη Μαρία, τη Σωβή και την Άννα. Η Σωβή μεγαλώνοντας έγινε η μητέρα της αγίας Ελισάβετ, μητέρας του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, ενώ η Άννα μητέρα της Παναγίας. Άρα Παναγία και Ελισάβετ ήταν πρώτες ξαδέρφες, Ιησούς και Ιωάννης δεύτερα ξαδέρφια – όμως δεν είχαν συναντηθεί ποτέ μέχρι τη βάφτιση του Ιησού από τον Ιωάννη στον Ιορδάνη, δεδομένου ότι ο Ιωάννης είχε φύγει στην έρημο από παιδί (ευαγγέλιο κατά Λουκάν, 1, 80).
Γέννηση και Εισόδια
Ο Ιωακείμ και η Άννα, που ζούσαν στη Ναζαρέτ, για χρόνια δε μπορούσαν να κάνουν παιδιά. Προσεύχονταν με λύπη και υποσχέθηκαν πως, αν ο Θεός τους στείλει ένα παιδί, όταν γίνει τριών ετών θα το αφιερώσουν στο Θεό, πηγαίνοντάς το στο Ναό του Σολομώντα, στα Ιεροσόλυμα. Ο Θεός άκουγε τις προσευχές τους, αλλά ανταποκρίθηκε όταν ήταν η κατάλληλη ώρα κι έτσι, σε μεγάλη ηλικία, λύθηκε η στειρότητα της αγίας Άννας και το ζευγάρι απέκτησε ένα κοριτσάκι, τη Μαριάμ. (Να πούμε εδώ ότι το όνομα είναι Μαριάμ, ενώ εμείς οι Έλληνες το λέμε «Μαρία». Στην Καινή Διαθήκη, που είναι γραμμένη στα ελληνικά, η Παναγία ονομάζεται με την ελληνική μορφή του ονόματός της, Μαρία).
Τη γέννηση της Παναγίας τη γιορτάζουμε στις 8 Σεπτεμβρίου, ενώ οι γονείς της γιορτάζουν 9 Σεπτεμβρίου και η αγία Άννα χωριστά στις 25 Ιουλίου και 9 Δεκεμβρίου.
Σε ηλικία τριών ετών, οι άγιοι πήγαν τη μικρή Μαρία στο Ναό και την παρέδωσαν στα στοργικά χέρια ενός άλλου αγίου ιερέα, του Ζαχαρία. Ο Ζαχαρίας ήταν ο σύζυγος της Ελισάβετ και μετά από χρόνια έγινε ο πατέρας του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου. Ο Ζαχαρίας και οι άλλοι ιερείς έφεραν τη Μαρία στα Άγια των Αγίων, εκεί όπου μόνο ο αρχιερέας έμπαινε, επειδή γνώριζαν από το προφητικό τους χάρισμα ότι θα γίνει ο «αχειροποίητος ναός» που μέσα του θα σαρκωθεί ο Θεός.
Το γεγονός αυτό το γιορτάζουμε στις 21 Νοεμβρίου και ονομάζεται Εισόδια (είσοδος) της Θεοτόκου. Είχε προφητευθεί στην Παλαιά Διαθήκη με τον Ψαλμό 44, που λέει «άκουσον, θύγατερ, και ίδε και κλίνον το ους σου και επιλάθου του λαού σου και του οίκου του πατρός σου· και επιθυμήσει ο βασιλεύς του κάλλους σου, ότι αυτός εστί Κύριός σου, και προσκυνήσεις αυτώ» κ.λ.π. Ο στίχος αυτός, και άλλοι του ίδιου Ψαλμού, διαβάζονται στην εκκλησία κατά τις γιορτές της Παναγίας.
Αρραβώνας, ευαγγελισμός, εγκυμοσύνη
Όταν η Μαρία έγινε περίπου 13 χρονών, ήρθε η ώρα να φύγει από το Ναό. Οι γονείς της είχαν κοιμηθεί (πεθάνει) και οι ιερείς του ναού την αρραβώνιασαν με έναν άλλο άγιο και δίκαιο άντρα, τον Ιωσήφ, που ήταν μεγαλύτερός της σε ηλικία και ήδη χήρος από την πρώτη του σύζυγο, τη Σαλώμη, με την οποία είχε αποκτήσει 7 παιδιά, τέσσερις γιους (Ιάκωβο, Ιούδα – όχι τον προδότη του Χριστού – Σίμωνα και Ιωσή) και τρεις κόρες, την Εσθήρ, τη Θάμαρ ή Μάρθα και τη Σαλώμη.
Κατά μία άποψη, ήταν από την αρχή προγραμματισμένο ο Ιωσήφ να είναι μόνο προστάτης της Παναγίας και να μη γίνει ποτέ αληθινός Της σύζυγος. Ο αρραβώνας έγινε, επειδή, αιώνες πριν, ο προφήτης Ησαΐας και άλλοι προφήτες είχαν πει ότι ο Χριστός θα γεννηθεί από μια παρθένο. Οι ιερείς λοιπόν, που είχαν προφητικό χάρισμα, την αρραβώνιασαν για να ξεγελάσουν το διάβολο, ο οποίος γνώριζε τις προφητείες, αλλά δε θα υποπτευόταν ότι ο Χριστός θα γεννηθεί από μια παντρεμένη. Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός (ένας μεγάλος άγιος διδάσκαλος της εποχής της Τουρκοκρατίας) συμπληρώνει ότι ο Χριστός «γεννήθηκε από γυναίκα, για να ευλογήσει τη γυναίκα· γεννήθηκε από παρθένο, για να ευλογήσει την παρθενία· και γεννήθηκε από αρραβωνιασμένη, για να ευλογήσει το γάμο».
Μόλις που είχε γίνει ο αρραβώνας, επισκέφτηκε τη Μαρία ο αρχάγγελος Γαβριήλ. Η επίσκεψή του εξιστορείται στο 1ο κεφάλαιο του κατά Λουκάν ευαγγελίου και, όπως φαίνεται, ο ευαγγελιστής Λουκάς την άκουσε από την ίδια την Παναγία (την οποία γνώρισε προσωπικά και τη ζωγράφισε). Ο άγγελος τη χαιρέτησε και της ανακοίνωσε ότι ο Θεός τη διάλεξε για να γεννήσει τον Υιό Του και Σωτήρα των ανθρώπων. Ο άγγελος δεν έδωσε κανένα κρίνο ή τίποτε άλλο στην Παναγία. Η παράδοση για τον κρίνο είναι ένας μύθος, που προέκυψε από τους ζωγραφικούς πίνακες, που απεικόνιζαν τον ευαγγελισμό στη δυτική Ευρώπη από την εποχή του Μεσαίωνα. Μόνο της μίλησε.
Η Μαρία απόρησε και ρώτησε «πώς θα γίνει αυτό, αφού δε γνωρίζω άντρα;» και ο άγγελος της εξήγησε πως το Άγιο Πνεύμα θα έρθει σ’ αυτήν και η δύναμη του Θεού θα τη σκεπάσει. Τότε η Παναγία απάντησε: «Εδώ είμαι, η δούλη του Κυρίου, ας γίνει σε μένα όπως είπες».
Είναι σημαντικό ότι ο άγγελος περίμενε μέχρι να δεχτεί η Παναγία και μόνο τότε έφυγε. Ο Θεός δεν της επέβαλε το θέλημά Του, αλλά μόνο όταν εκείνη απάντησε καταφατικά, τότε έμεινε έγκυος τον Ιησού.
Ο Ευαγγελισμός της Παναγίας γιορτάζεται 25 Μαρτίου, 9 μήνες πριν τα Χριστούγεννα.
Είναι γνωστό ότι ο Ιωσήφ λυπήθηκε πολύ, γιατί νόμιζε πως η Μαρία έμεινε έγκυος από κάποιον άντρα. Σκεφτόταν μάλιστα να τη διώξει κρυφά, για να μη γίνει γνωστό και καταδικαστεί σε θάνατο για μοιχεία, κατά το νόμο της εποχής. Τότε του εμφανίστηκε άγγελος και του είπε την αλήθεια. Αυτό αναφέρεται στο κατά Ματθαίον ευαγγέλιο, κεφάλαιο 1.
Η Παναγία, έγκυος, πήγε στην ξαδέρφη της, την αγία Ελισάβετ, που ήταν κι εκείνη έγκυος τον Ιωάννη τον Πρόδρομο. Τα δύο έμβρυα είχαν τη μόνη πρώιμη συνάντησή τους μέσα στις μήτρες των αγίων μητέρων τους. Η Ελισάβετ ένιωσε τη χαρά του εμβρύου μέσα της και κατάλαβε την αλήθεια για την Παναγία. Το γεγονός το διηγείται το κατά Λουκάν ευαγγέλιο, κεφ. 1, και είναι ιδιαίτερα συγκινητικό. Από εκεί προέρχεται και η προσευχή της Παναγίας «Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον και ηγαλλίασε το πνεύμα μου επί τω Θεώ τω σωτήρι μου», που λέγεται στίχο στίχο στον όρθρο (λίγο πριν χτυπήσει η καμπάνα της λειτουργίας, δηλ. η 2η ή 3η καμπάνα) μαζί με το τροπάριο «Την τιμιωτέραν των Χερουβίμ».
Η Παναγία και ο Χριστός
Ο Χριστός γεννήθηκε στη Βηθλεέμ, όπου ο Ιωσήφ με την οικογένειά του – απόγονος επίσης του Δαβίδ – είχε πάει να απογραφεί. Οι λεπτομέρειες είναι γνωστές. Μετά το τέλος της απογραφής, η αγία οικογένεια έμεινε στη Βηθλεέμ τουλάχιστον ένα δυο μήνες, ίσως και δυο χρόνια, κι έτσι βλέπουμε, 40 μέρες μετά τη γέννησή Του, να φέρνουν τον Ιησού στα Ιεροσόλυμα (κοντά στη Βηθλεέμ) για να «σαραντίσει» η Παναγία στο Ναό, κατά τους θρησκευτικούς κανόνες της Παλ. Διαθήκης (από αυτή την πράξη της Παναγίας προέρχεται το σαράντισμα των σημερινών μανάδων, που ακολουθούν το παράδειγμά της). Εκεί συνάντησε τον προφήτη Συμεών, που προφήτεψε το μέλλον του μικρού Χριστού και τον πόνο που θα νιώσει η Μητέρα του, όταν θα Τον δει να σταυρώνεται (κατά Λουκάν, κεφ. 2). Αυτό το γεγονός, η Υπαπαντή, γιορτάζεται 40 μέρες μετά τα Χριστούγεννα, 2 Φεβρουαρίου, και μπορούμε να πούμε πως είναι η ορθόδοξη Γιορτή της Μητέρας. Ο άγιος Συμεών γιορτάζεται τιμητικά 3 Φεβρουαρίου.
Στη συνέχεια, λόγω της προσκύνησης των Μάγων (που ίσως έγινε δυο χρόνια μετά τη γέννηση του Χριστού, γιατί οι Μάγοι είπαν στο βασιλιά Ηρώδη πως έβλεπαν δυο χρόνια το άστρο στην Ανατολή), ο Ηρώδης προσπάθησε να σκοτώσει το Χριστό και η αγία οικογένεια κατέφυγε στην Αίγυπτο. Επέστεψε όταν πέθανε ο Ηρώδης και εγκαταστάθηκαν στη Ναζαρέτ, επειδή στην επαρχία της Ιουδαίας (όπου βρισκόταν η Βηθλεέμ) βασίλευε ο γιος του, ο Αρχέλαος, που ήταν σκληρός και επικίνδυνος.
Ο Ιησούς, όταν μεγάλωσε και άρχισε να διδάσκει, άκουγε τη μητέρα Του. Αυτό φαίνεται από το πρώτο Του θαύμα, στο γνωστό γάμο της Κανά, όπου η Παναγία Τον ενημέρωσε ότι το ζευγάρι δεν είχε κρασί, ελπίζοντας να κάνει κάτι. Ο Ιησούς φάνηκε ότι δεν ήθελε ν’ ανακατευτεί. Όμως αμέσως μετά, υπακούοντας στη μητέρα Του, μετέτρεψε διακριτικά το νερό σε κρασί και μάλιστα τόσο καλό, που ο υπεύθυνος για το κρασί φώναξε το γαμπρό και τον ρώτησε πώς και φύλαξε το καλύτερο κρασί για το τέλος του γλεντιού!…
Αυτό το θαύμα αναφέρεται στο κατά Ιωάννην ευαγγέλιο, κεφ. 2, και ερμηνεύεται σε μας τους χριστιανούς ότι, για να πετύχει ένας γάμος, πρέπει το ζευγάρι να βάλει στη ζωή του και το Χριστό. Αλλιώς, η ζωή του θα είναι σα να έχει μόνο νερό, όχι το κρασί το ευλογημένο απ’ Αυτόν – δηλαδή την παντοτινή αγάπη, την ανεκτικότητα και την αγιότητα.
Πέρασε ο καιρός και η Παναγία ήταν εκεί όταν σταυρώθηκε ο Χριστός. Στάθηκε θρηνώντας κάτω απ’ το σταυρό Του, μαζί με τον Ιωάννη, το μόνο μαθητή που δε φοβήθηκε και δεν κρύφτηκε εκείνη την ώρα. Και ο Ιησούς της είπε «να ο γιος σου» και στον Ιωάννη «να η μητέρα σου» (κατά Ιωάννην, 19, 26-27). Από τότε ο άγιος Ιωάννης πήρε υπό την προστασία του την Παναγία, σα να ήταν μητέρα του. (Αυτός ο άγιος Ιωάννης δεν είναι ο Πρόδρομος, που είχε ήδη σκοτωθεί, αλλά ο λεγόμενος «Ιωάννης ο Θεολόγος», που έγραψε το κατά Ιωάννην ευαγγέλιο, την Αποκάλυψη και τρεις επιστολές και γιορτάζει 8 Μαΐου και 26 Σεπτεμβρίου).
Στην ανάσταση του Χριστού και την Πεντηκοστή
Κατά τους αγίους διδασκάλους του χριστιανισμού, η Παναγία ήταν ο πρώτος άνθρωπος που είδε την ανάσταση του Χριστού. Είναι η «άλλη Μαρία», που, μαζί με την αγία Μαρία τη Μαγδαληνή, καθόταν «απέναντι στον τάφο» κατά την ταφή του και την άλλη μέρα (ξημερώματα Κυριακής) ήρθαν να αλείψουν το σώμα Του με μύρα (αρώματα). Είδαν τον τάφο άδειο και συνάντησαν τον αναστημένο Ιησού. Έτσι, στις εικόνες απεικονίζεται η Παναγία ως μία από τις μυροφόρες.
Επίσης, η Παναγία βρισκόταν μαζί με τους αποστόλους στο σπίτι μιας άλλης αγίας Μαρίας, της μητέρας του ευαγγελιστή Μάρκου, όπου περίμεναν το Άγιο Πνεύμα, κατά την υπόσχεση του Χριστού. Δέκα μέρες μετά την ανάληψη του Ιησού (δηλ. την αποχώρησή Του για τον ουρανό) ήρθε το Άγιο Πνεύμα και φώτισε τους αποστόλους, που έλαβαν σοφία και θάρρος, αλλά και το χάρισμα να κάνουν θαύματα, έκαναν το πρώτο δημόσιο κήρυγμά τους κι έτσι ξεκίνησε ο χριστιανισμός στην ανθρωπότητα.
Αυτά περιγράφονται στο βιβλίο «Οι Πράξεις των Αποστόλων» (κεφ. 1 και 2), που το έγραψε ο ευαγγελιστής Λουκάς και βρίσκεται στην Καινή Διαθήκη, μετά τα τέσσερα ευαγγέλια. Το γεγονός ονομάζεται «Πεντηκοστή» και γιορτάζεται 50 μέρες μετά το Πάσχα, γιατί τότε είναι η επέτειός του.
Μετά την Πεντηκοστή, κατά την παράδοση (που δεν αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη), οι απόστολοι προσευχήθηκαν και έριξαν κλήρο, για να καθορίσει ο Θεός σε ποια χώρα θα πάει ο καθένας να διδάξει τους ανθρώπους για το Χριστό. Η Παναγία ζήτησε να συμμετάσχει σ’ αυτή την πράξη. Ο κλήρος της έδειξε τη χερσόνησο του Άθωνα και η Παναγία την επισκέφτηκε μ’ ένα πλοίο. Περίπου χίλια χρόνια αργότερα (το 963 μ.Χ.) χτίστηκε εκεί το πρώτο από 20 μοναστήρια και ολόκληρος ο Άθως αφιερώθηκε στην Παναγία: είναι το «Περιβόλι της Παναγίας», δηλ. το Άγιο Όρος!
Τα τελευταία επίγεια χρόνια και η κοίμησή Της
Λέγεται ότι η Παναγία έζησε 15 χρόνια μετά την ανάσταση του Χριστού. Τα τελευταία γήινα χρόνια της έζησε στη Γεθσημανή, ένα χωριό έξω από τα Ιεροσόλυμα (εκεί που είχε συλληφθεί ο Χριστός τη νύχτα του μαρτυρίου Του). Είχε μερικές φίλες, χριστιανές, που την αντιμετώπιζαν σαν πνευματική τους Μητέρα.
Μια μέρα ένας άγγελος την πληροφόρησε πως ήρθε η ώρα να πάει ξανά στο Γιο Της. Η Παναγία δώρισε στις φίλες της δύο ενδύματά της [το χιτώνα και το μαφόριο, δηλ. το κάλυμμα της κεφαλής, αυτά που εικονίζεται να φοράει στις εικόνες της (3)] και όταν ήταν η ώρα, ξάπλωσε στο κρεβάτι της και παρέδωσε το πνεύμα. Ο Χριστός κατέβηκε αυτοπροσώπως και Την πήρε, όπως βλέπουμε στις εικόνες της κοίμησης (για όλους τους χριστιανούς κανονικά λέμε ότι «κοιμήθηκαν», όχι ότι πέθαναν, γιατί δεν υπάρχει θάνατος, μόνο ταξίδι προς την αιώνια ζωή – γι’ αυτό και τα νεκροταφεία η Εκκλησία τα λέει «κοιμητήρια»).
Όταν κοιμήθηκε η Παναγία, μεταφέρθηκαν θαυματουργικά στη Γεθσημανή οι απόστολοι απ’ όποιο μέρος του κόσμου κι αν βρισκόταν ο καθένας και τέλεσαν την κηδεία της. Τότε όμως κάποιοι φανατικοί Εβραίοι, που μισούσαν τους χριστιανούς, προσπάθησαν να γκρεμίσουν το άγιο σώμα της από το φέρετρό της. Ένας απ’ αυτούς, ο Ιεφωνίας, το έσπρωξε κι αμέσως ένας άγγελος του έκοψε τα χέρια. Ο απόστολος Πέτρος όμως του τα έβαλε στη θέση τους και τα θεράπευσε και τότε ο νέος αυτός έγινε χριστιανός.
Η Κοίμηση της Θεοτόκου, ως γνωστόν, γιορτάζεται στις 15 Αυγούστου και είναι από τις μεγαλύτερες γιορτές της Ορθοδοξίας (λέγεται «Πάσχα του καλοκαιριού»), αφού η Παναγία δεν πέθανε, αλλά πέρασε μέσα από το θάνατο στην αιώνια ζωή. Στις 23 Αυγούστου γιορτάζεται η «απόδοση της κοιμήσεως», δηλ. η λήξη του εορτασμού, που ο λαός μας την έχει κάνει ιδιαίτερη γιορτή με την ονομασία «τα εννιάμερα της Παναγίας».
Η Αγία Ζώνη
Ένας απόστολος δεν είχε έρθει στην ώρα του, ο Θωμάς. Το κανόνισε έτσι ο Θεός, για να αποκαλυφθεί η συνέχεια. Έτσι ο Θωμάς ήρθε τρεις ημέρες μετά και ζήτησε από τους άλλους ν’ ανοίξουν τον τάφο της Παναγίας για να την προσκυνήσει.
Όταν όμως άνοιξαν τον τάφο (που είναι σπήλαιο, όπως ο τάφος του Χριστού – σώζεται ακόμη και σήμερα), η Παναγία είχε αναστηθεί και την είδαν να υψώνεται στους ουρανούς (αναλήφθηκε). Καθώς έφευγε, έλυσε τη ζώνη της και την έδωσε στον άγιο Θωμά. Αυτή είναι η περίφημη και θαυματουργή Αγία Ζώνη. Η παράδοσή της στον άγιο Θωμά γιορτάζεται στις 31 Αυγούστου.
Έτσι η Παναγία αναλήφθηκε στον ουρανό και εκεί βρίσκεται και σήμερα με το σώμα Της. Γι’ αυτό δεν υπάρχουν λείψανα της Παναγίας, ούτε σώζεται το σώμα Της, αλλά ο τάφος της είναι κενός. Η Παναγία έχει ήδη αναστηθεί και δεν περιμένει ν’ αναστηθεί στη δευτέρα παρουσία, όπως όλοι εμείς. Βέβαια, δεν έφυγε στην πραγματικότητα ποτέ: οι αμέτρητες εμφανίσεις και τα θαύματά Της αποδεικνύουν τη διαρκή παρουσία της στη ζωή μας και το ενδιαφέρον και την αγάπη Της για τον κόσμο. Ο κόσμος Τη διώχνει και προτιμά το σκοτάδι και το θάνατο από τη ζωή και το Φως, αλλά εκείνη στέκεται διακριτικά και περιμένει να Της επιτρέψουμε να παρέμβει στη ζωή μας και να καθοδηγήσει τα βήματά μας προς τον Πανάγιο Υιό Της.
Πηγές:
 Η Καινή Διαθήκη (υπάρχει ολόκληρη εδώ και σε απλή μετάφραση εδώ).
«Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου» – «Λόγος εις την Κοίμησιν της Υπεραγίας Θεοτόκου» (τα δύο αυτά κείμενα περιλαμβάνονται στο παράρτημα του βιβλίου του Θ. Ρηγινιώτη «Τα απόκρυφα ευαγγέλια και ο σχηματισμός της Καινής Διαθήκης», εκδ. Πύρρα 2006).
Θωμά Τσονάκα, «Ποία η Θεοτόκος Μαρία», Πάτρα 1985 (εδώ).
(1) Αναλυτικό άρθρο για τα «απόκρυφα ευαγγέλια» δες εδώ.
(2) «Δίκαιους» ονομάζουμε συνήθως τους αγίους που προέρχονται από την Παλαιά Διαθήκη, αντί να τους ονομάζουμε «αγίους» (πολλές φορές του λέμε και αγίους, π.χ. την αγία Άννα). Έτσι, «ο δίκαιος Ματθάν» = ο άγιος Ματθάν.
(3) Τα δύο αυτά ενδύματα διασώθηκαν: το μαφόριο (εσθήτα) μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη από τα Ιεροσόλυμα τον 5ο αιώνα μ.Χ. και κατατέθηκε στο ναό της Παναγίας των Βλαχερνών (χάθηκε μετά την εισβολή των σταυροφόρων στην Πόλη το 1204), ενώ ο χιτώνας σώζεται στο μουσείο της πόλης Ζουγκντίντι της Γεωργίας και αποτελεί το σημαντικότερο κειμήλιο του Ορθόδοξου Πατριαρχείου Γεωργίας.
Τα δύο αυτά ενδύματα, ο χιτώνας και το μαφόριο, συνιστούν ένα σύνολο (χιτώνας και πέπλο κεφαλής) και η ύπαρξή τους συμφωνεί με την αρχαία παράδοση, κατά την οποία η Παναγία, όταν ειδοποιήθηκε από άγγελο ότι πλησιάζει η κοίμησή της, χάρισε δύο ενδύματά της σε δύο φίλες της.
Άρα η Παναγία, προφανώς, είχε δύο αλλαξιές ρούχων, δηλ. μόνο τα απολύτως απαραίτητα. Χάρισε τη μία και την άλλη τη φορούσε κατά την κηδεία της.

Όσιος Παΐσιος: Η Παναγία έφερε στον κόσμο την παραδεισένια χαρά



– Γέροντα, μπορείτε να μας ψάλετε το Μεγαλυνάριο που είχατε γράψει για την Παναγία[1];

– Έλα να το ψάλουμε μαζί. «Εύρες πολλήν Χάριν παρά Θεού, Μήτερ του Δεσπότου, Μεγαλόχαρη, αληθώς, Κεχαριτωμένη, ως Γαβριήλ εβόα, Βασίλισσα Αγγέλων, φρούρει τους δούλους σου». Να σού πω τώρα και ένα δογματικό: Η Παναγία ήταν Κόρη και Μητέρα, Δούλη και Βασίλισσα, Βασίλισσα όλου του κόσμου.

Χωράει στον νού του ανθρώπου αυτό; Καί ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου είναι κάτι το υπερφυσικό, έξω της λογικής. Εύχομαι η Παναγία να σού δώση την χαρά του Ευαγγελισμού και ο Άγγελος να σε ευλογήση, για να έχης πνευματική πρόοδο. Αμήν.
– Γέροντα, ένα τροπάριο λέει: «Χαίρε η της Εύας χαρά· η γαρ εκείνης λύπη διά του τόκου σου πέπαυται, Αγνή»[2].
– Ο,τι καλό κι αν βρη ο άνθρωπος να πη για την Παναγία, δεν θα μπορέση να εκφράση το μεγαλείο Της. Η Παναγία με την υπακοή Της άνοιξε πάλι για μας τον Παράδεισο, που τον είχε κλείσει η παρακοή της Εύας. Η Εύα έσπασε τον κρίκο που μας ένωνε με τον Θεό και έφερε στον κόσμο λύπη και πόνο[3]· η Παναγία ένωσε πάλι τον κρίκο και έφερε στον κόσμο την παραδεισένια χαρά. Μας συνέδεσε με τον Θεό, αφού ο Χριστός είναι Θεάνθρωπος.

Ο Αρχάγγελος Γαβριήλ έφερε στον κόσμο την χαρμόσυνη αγγελία ότι οι άνθρωποι χάρη στην Παναγία βρήκαν «χάριν παρά Θεού». Χαίρεται η Παναγία, γιατί σαρκώθηκε ο Λόγος του Θεού και μας λύτρωσε από την αμαρτία. Χαιρόμαστε και εμείς, γιατί η Παναγία μας έβγαλε ασπροπρόσωπους. Γι᾿ αυτό ψάλλουμε τα Χριστούγεννα: «Η έρημος προσφέρει στον Χριστό την φάτνη και εμείς οι άνθρωποι προσφέρουμε την Μητέρα Του, την Παναγία»[4].

[1] Ο Γέροντας έγραψε το Μεγαλυνάριο αυτό και το έστειλε στην γιορτή αδελφής που έφερε όνομα της Παναγίας, για να το ψάλλη στο κελλί της.
[2] Από το Θεοτοκίον της α´ ωδής του β´ κανόνος της Δευτέρας της Γ´ Εβδομάδος των Νηστειών.
[3] Βλ. Γεν. 3, 16.
[4] Βλ. Τέταρτον Ιδιόμελον Εσπερίων των Χριστουγέννων.
Γέροντος Παισίου Αγιορείτου, Λόγοι Ε΄, Πάθη και Αρετές, εκδ. Ιερόν Ησυχαστήριον «Ευαγγελιστής Ιωάννης

ΠΗΓΗ: agioritikovima.gr

Παναγία, η μητέρα του κόσμου


Εορτάζουμε την Κοίμηση της Θεοτόκου και αειταρθένου Μαρίας, της Παναγίας Μητέρας του Χριστού. Είναι εορτή ορθόδοξη και ελληνική. Πολλά λόγια δεν χρειάζονται για να έλθει στο νου και στη καρδιά μας η αγάπη και η ευγνωμοσύνη του έλληνα και του ορθόδοξου για την συμπαράσταση της Παναγίας σε ατομικές και εθνικές δύσκολες ώρες. Όλοι έχομε πείρα της προστασίας και της αγάπης, της συμπαραστάσεως και της στοργής της. Κι όλοι ξέρουμε ότι στις στενοχώριες μας η μόνιμη επίκλησή μας είναι «βοήθα Παναγία μου». Αυτή η πείρα μας, ατομική και συλλογική, δείχνει καθαρά πόση εμπιστοσύνη έχουμε στη Θεοτόκο. Δείχνει πόσο στερεωμένη είναι στη καρδιά μας η αγάπη για την Παναγία Δέσποινα. Θα μπορούσε να αναφέρει κανείς πλήθος από ποιήματα και τραγούδια, παλαιά και σύγχρονα, που αναφέρονται στην Κυρία Θεοτόκο. Θα μπορούσαμε να απαριθμήσαμε εκατοντάδες πίνακες ζωγραφικούς και ο κατάλογος των θαυματουργών εικόνων της μόνο στη χώρα μας θα χρειαζόταν ώρα πολύ. Δεν θα αναφερθούμε όμως σ’ αυτή την πλευρά του εορτασμού. Θα θυμίσομε μόνο μερικές από τις πτυχές της ζωής της Παναγίας, γνωστές σ’ όλους μας άλλωστε. Μ’ ένα μόνο σκοπό: να κάνουμε πιο συνειδητό και πιο γνήσια ορθόδοξο τον εορτασμό.

Ἡ Μετάσταση τῆς Θεοτόκου Χρίστου Ἀνδρέας






Τὸ πρόσωπο τῆς πανάγνου Θεοτόκου Μαρίας κατέχει ἐξαιρετικὴν καὶ μοναδικὴ θέση στὸ στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας, γιὰ τὸ σημαντικὸ ρόλο ποὺ διεδραμάτισε στὴ σωτήρια ἐνανθρώπηση τοῦ Κυρίου.

Ἐκλέκτηκε ἀπὸ τὸ Θεό, «ὡς ρόδον ἐξ ἀκανθῶν, ἡ «εὐλογημένη ἐν γυναιξὶ» Μαριὰμ καὶ ὑπερτιμήθηκε μὲ τὸ νὰ κυοφορήσει τὸν προαιώνιο Λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ δανείσει σ' Αὐτὸν τὴ σάρκα καὶ ἔτσι νὰ τελεσθεῖ «τὸ πάντων καινῶν καινότατον μυοτήριον, δι’ οὗ ἡ ἄπειρος τοῦ Θεοῦ ἐμφανίζεται δύναμις (1).

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τιμώντας σωστὰ καὶ ἐπάξια τὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, τὴν ὁμολογεῖ Θεοτόκο καὶ Ἀπειπάρθενο, τὴν κηρύττει «τιμιωτέραν τῶν Χερουβεὶμ» καὶ τὴν ἐπικαλεῖται σὰν μεσίτρια ἀκοίμητη καὶ μετὰ τὸ Θεό, Θεὸ (2). Μὲ τὴν τιμὴ τῆς Θεοτόκου ἀπὸ τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ, συνδέονται δυὸ σημαντικὰ γεγονότα τῆς ζωῆς της: Ἡ Κοίμηση καὶ ἡ ἔνσωμη Μετάστασή της στοὺς οὐρανούς. Τὴ Μετάσταση τῆς Θεοτόκου, ἀρνοῦνται σήμερα ὁρισμένοι Ἕλληνες Θεολόγοι (3) μὲ τὴν αἰτιολογία πὼς δὲν μαρτυρεῖται στὴ Γραφὴ καὶ στὴν Ἱερὰ Παράδοση.

Τὸ ἐπιχείρημα ὅτι ἡ Μετάσταση τῆς Παναγίας δὲν στηρίζεται στὴ Γραφή, δὲν εἶναι τόσο σοβαρό, διότι ὑπάρχουν δόγματα καὶ παραδόσεις μέσα στὴν Ἐκκλησία ποὺ δὲν ἔχουν Γραφικὴ ὑποστήριξη, κι ὅμως κανένας δέν τολμᾷ νὰ τὰ ἀπορρίψει. Πηγὴ τῶν δογμάτων καὶ τῶν Παραδόσεων δὲν εἶναι μόνο ἡ Ἁγία Γραφή, ποὺ ἀποτελεῖ μέρος τῆς Ἱ. Παράδοσης, ἀλλὰ καὶ κάθε βιβλίο στὸ ὅποιο σῴζεται ἡ Παράδοση. Ὁ Μ. Βασίλειος, στὸ κατ' ἐξοχὴν δογματικό του ἔργο «Περὶ Ἁγίου Πνεῦμστος», τονίζει μὲ πολλὴ σαφήνεια αὐτὴ τὴν ἀλήθεια, λέγοντας «Τῶν ἐν τῇ Ἐκκλησία πεφυλαγμένων δογμάτων καὶ κηρυγμάτων, τὰ μὲν ἐκ τῆς ἐγγράφου διδασκαλίας ἔχομεν, τὰ δὲ ἐκ τῆς τῶν Ἀποστόλων Παραδόσεως διαδοθέντα ἡμῖν ἐν μυστηρίῳ παραδεχόμεθα, ἅπερ ἀμφότερα τὴν αὐτὴν ἰσχὺν ἔχει πρὸς τὴν "εὐσέβεια"(4). Καὶ τὴ Μετάσταση (σωματικὴ ἀνάληψη) τῆς Παναγίας, ποὺ δὲν ἀντιτίθεται καθόλου στὴ Γραφή, τὴν παραλάβαμε «ἐκ τῆς ἀδημοσίευτου παραδόσεως καὶ ἀπορρήτου διδασκαλίας, ἥν ἐν ἀπολυπραγμονήτῳ σιγῇ καὶ ἀπεριεργάστῳ οἱ Πατέρες ἡμῶν ἐφύλαξαν, καλῶς ἐκεῖνοι δεδιδαγμένοι τῶν μυστηρίων τὰ σεμνὰ σιωπὴ διασώζεσθαι»(5).

Οἱ σοβαρὲς μαρτυρίες ποὺ ὑπάρχουν, ὄχι μόνο δὲν μᾶς ἐπιτρέπουν νὰ συμφωνήσουμε μὲ τοὺς ἀρνητὲς τῆς Μετάστασης, ἀλλὰ ἀβίαστα μᾶς πείθουν νὰ παραδεχθοῦμε ἀκριβῶς τὴν ἀντίθετη ἄποψη. Ὅτι δηλαδή, πάντοτε παραδεχόταν καὶ ἐπίσημα δίδασκε ἡ Ὀρθόδοξη Καθολικὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τὴν ἔνσωμη Μετάσταση τῆς Θεοτόκου. Διότι τί πιὸ ἐπίσημο ὑπάρχει ἀπὸ τὴ λατρεία της, ὅπου, ἄπειρες φορὲς κηρύττεται ἡ Μετάσταση, καὶ τί πιὸ διδακτικὸ ἀπὸ τὰ Πατερικὰ συγγράμματα ὅπου ὅλοι ἀνεξαίρετα οἱ Πατέρες ποὺ ἔχουν λόγους καὶ ἐγκώμια στὴν Κοίμηση, διδάσκουν καὶ ὑμνοῦν τὴ Μετάσταση σὰν ἀρχαία καὶ ἀληθινὴ παράδοση;

Πορεία προς τη Γεσθημανή- 7ο Βήμα


† Αρχιμ. Ειρηναίος Λαφτσής
Μετά την αναφορά μας στα τρία δογματικά επίθετα της μητέρας του Κυρίου, «Παναγία, Αειπάρθενος, Θεοτόκος» και την προσπάθεια ερμηνείας τους, μέσα από τους θεολόγους Πατέρες, θα αναφερθούμε και σε άλλα επίθετα που αναφέρει ο συγγραφέας της Μεγάλης Παρακλήσεως και προσαγορεύεται με αυτά η Παναγία μας.
Απευθυνόμαστε στην Παναγία με το επίθετο Πανάχραντος. Στην ελληνική γλώσσα η λέξη άχραντος σημαίνει αμίαντος, πεντακάθαρος, «Ἐξ ἀμέτρητων ἀναγκῶν καί θλίψεων, καί ἐξ ἐχθρῶν δυσμενῶν, καί συμφορῶν βίου, λυτρωθεῖς Πανάχραντε… »
Με τον όρο Πανάχραντο, επίσης, απευθυνόμαστε στην Παναγία στην πιο γνωστή αίτηση που ψάλουμε καθημερινά στον όρθρο, στην Θεία Λειτουργία και στον εσπερινό η οποία συμπεριλαμβάνει και τα δογματικά επίθετα, «Τῆς Παναγίας Ἀχράντου, Ὑπερευλογημένης, Ἐνδόξου Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας».

Η Παναγία Δέσποινα και Μήτηρ του Λυτρωτού του Μιχαήλ Χούλη, Θεολόγου


του Μιχαήλ Χούλη, Θεολόγου
Η Λειτουργική εκκλησιαστική ζωή είναι γεμάτη   από ευσεβείς προσφωνήσεις, επικλήσεις, ύμνους, ακολουθίες και εορτασμούς προς τιμήν της Θεοτόκου, που κορυφώνονται στις Θεομητορικές γιορτές. Πολλές από τις Φωτοφάνειες ακόμη της Παλαιάς Διαθήκης συμβολίζουν το μυστήριο του τόκου της Παρθένου (Κλίμαξ του Ιακώβ που ένωσε Ουρανό και γη, νεφέλη φωτεινή, άφλεκτος βάτος κ.α.). Είναι πασιφανές ότι ο ελληνικός λαός αγαπάει βαθύτατα την Παναγία και της αποδίδει επτακόσιες περίπου επωνυμίες (Ελευθερώτρια, Μεγαλόχαρη, Γλυκοφιλούσα, Εκατονταπυλιανή, Ελεούσα κ.λπ.), ενώ έχουν ανεγερθεί σ’ όλη την χριστιανοσύνη χιλιάδες ναοί στο όνομά της, αφού εξάλλου κατέχει η Παναγία τη δεύτερη θέση σε τιμή και αγιότητα στον Ουρανό μετά την Αγία Τριάδα. Τεράστιο είναι μάλιστα το πλήθος των εικόνων που έχουν φιλοτεχνηθεί και εκφράζουν αγάπη και σεβασμό προς το πρόσωπό της. Εν τούτοις και στην Θεοτόκο αποδίδουμε τιμητική προσκύνηση (όπως και σε όλους τους αγίους) και όχι λατρεία, που αρμόζει μόνο στον Τριαδικό Θεό, τον Ιησού Χριστό ως Θεάνθρωπο και στην Θεία Ευχαριστία.
Ολόκληρη βέβαια η Θεία Λειτουργία προσφέρεται εξαιρετικά προς τιμήν της Θεοτόκου, αφού είναι η Κυρία των αγίων και των αγγέλων του Ουρανού.  Πολύ εύστοχα ο αρχάγγελος Γαβριήλ την ονομάζει «κεχαριτωμένη» (Λουκ. 1,28), αλλά και ο μεγάλος Θεολόγος της Πρώτης Εκκλησίας, Ιωάννης, λέγει παραστατικότατα γι’ αυτήν ότι πρόκειται για απολύτως «θαυμαστό σημάδι στον ουρανό», ενώ την βλέπει «ντυμένη τον ήλιο, με το φεγγάρι κάτω από τα πόδια της, και στο κεφάλι της στεφάνι με δώδεκα αστέρια» (Αποκ. 12,1). Ο ιερός Πρόκλος Κωνσταντινουπόλεως αρνείται πως υπάρχει μεγαλύτερο θαύμα σ’ όλο το σύμπαν από την Θεοτόκο, ενώ ο σπουδαίος Νικόλαος Καβάσιλας γράφει ότι μόνο η Παρθένος αξιώθηκε να δει κατάματα τη Θεότητα. Την μητέρα του Κυρίου οι Γ΄, Δ΄, Ε΄ και ΣΤ΄ Οικουμενικές Σύνοδοι ονομάζουν ΟΝΤΩΣ ΘΕΟΤΟΚΟΝ (και όχι εσφαλμένως ‘Χριστοτόκο’, όπως δίδασκε ο αιρετικός Νεστόριος), ενώ οι εκκλησιαστικοί Πατέρες τονίζουν ότι εκτός σωτηρίας είναι εκείνος που αρνείται το μυστήριο της εκ Παρθένου γέννησης του Θεανθρώπου. Ο προφήτης Ησαΐας προέβλεψε άλλωστε, χάριτι Θεού, την γέννηση του Θεανθρώπου από την Παναγία, και μάλιστα 800 χρόνια προ Χριστού, όταν λέγει: «Ιδού, η Παρθένος θα συλλάβει και θα γεννήσει υιόν και θα καλέσουν το όνομά Του Εμμανουήλ», ήτοι ο Θεός μεθ’ ημών (Ησ. 7,14).
Η μεγάλη αξία της Υπεραγίας (σε σχέση με τους ανθρώπους) Θεοτόκου βρίσκεται στο ότι ενώ και η ιδία δεν έπαυε να είναι εγκλωβισμένη στον στεναγμό του κόσμου για σωτηρία, ενώ δεν έπαυε να είναι κόρη του πεσόντος Αδάμ, εν τούτοις συνεργάστηκε οικειοθελώς με το σχέδιο του Θεού και έγινε το όργανο της λύτρωσης και το στόμα της πλάσης, που ανταποκρίθηκε θετικά στην πρόσκληση του πανοικτίρμονα Θεού. Η θέση της Παναγίας στο μυστήριο της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους είναι επομένως μεγίστη. Χωρίς τη δική της συνεργασία, το δικό της ΝΑΙ στον Θεό, όταν κλήθηκε να γίνει η μητέρα του Υιού Του, η σωτηρία του ανθρώπου θα ήταν αδύνατον να πραγματοποιηθεί. Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγει για την Θεομήτορα ότι πρόκειται για ‘την έδρα της αρετής, που απομάκρυνε κάθε σαρκική επιθυμία και παρέμεινε παρθένος στην ψυχή και το σώμα’ και μοναδικό κατοικητήριο του Λόγου

ΤΕΡΑΣΤΙΕΣ ΔΟΓΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΚΑΙ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ


 

Μόνο η Ορθόδοξος Εκκλησία είναι η Δογματικώς Ορθή Καθολική Εκκλησία. Δυστυχώς οι καθολικοί φέρουν σημαντικές δογματικές πλάνες... Από τον 5ο αιώνα περίπου υπήρξε έντονη διαμάχη για το Ιλλυρικόν. Δηλαδή η παλαιά Ρώμη και η νέα Ρώμη ήθελαν την Ελλάδα υπό την επιρροή τους. Ήθελαν υπό την εκκλησιαστική, και όχι μόνο, εποπτεία τους την Ελλάδα και τις άλλες ορθόδοξες περιοχές.
Αυτό δημιουργούσε τριβές. Άρχισε να διατυπώνεται η άποψις ότι κύριος της Εκκλησίας και της κοσμικής εξουσίας είναι ο Πάπας και αυτό το εστήριζε σε κάποιες ψευδοϊσιδώρειες διατάξεις που συνετάχθησαν στα μέσα του 9ου αιώνα είτε στη Γαλλία είτε στην Ισπανία, πάντως όχι στη Ρώμη, και στην ψευδοκωνσταντίνειο δωρεά.
Ένα πλαστό κείμενο που προβάλλει την άποψη ότι ο Μέγας Κωνσταντίνος άφησε το στέμμα της βασιλείας στον Πάπα της Ρώμης.  Η Εκκλησία μέχρι το 1000 περίπου ανεχόταν και την εμφάνιση του φιλιόκβε, αν και δεν το ενέκρινε. Μάλιστα ο Πάπας Λέων 3ος αποδοκίμασε το φιλιόκβε και ανήρτησε δύο αργυρές πλάκες στο Ναό του Αγίου Πέτρου με το σύμβολο της πίστεως χωρίς την προσθήκη του φιλιόκβε.
Προσετέθησαν και προοδευτικά αυξήθηκαν πολιτικές διαφορές και εκκλησιαστικές. Πολιτικές διαφορές είναι η ίδρυση του παπικού κράτους και της Δυτικής Αυτοκρατορίας υπό του Μεγάλου Καρόλου. Εκκλησιαστικές διαφορές είναι το παπικό πρωτείο και το αλάθητο του Πάπα. Οι διαφορές μεταξύ της παπικής και της ορθοδόξου Εκκλησίας είναι τριών μεγάλων κατηγοριών:
Η πρώτη κατηγορία είναι οι βασικές διαφορές ενώ καμία πρόοδος στις σχέσεις δεν μπορεί να υπάρξει αν σ' αυτές ο Πάπας δεν αφαιρέσει ό,τι αυτοβούλως και αυθαιρέτως προσέθεσε εις αντίθεσιν με τις αποφάσεις όλων των οικουμενικών συνόδων. Υπάρχει μια άλλη κατηγορία διαφορών που είναι σημαντικές, όπως τα της θείας κοινωνίας όπου η Εκκλησία εν οικουμενική συνόδω και μόνον αυτή θα μπορούσε όχι να υποχωρήσει αλλά να δώσει κάποιες διεξόδους. Η τρίτη ομάδα είναι διαφορές άξιες παροράσεως, δηλαδή μπορεί εύκολα να γίνει τακτοποίησή τους. Π.χ. για τα ράσα των κληρικών.

Θεοτοκία τὰ Δογματικά



Ἦχος α´.

 

Ἐν τῶ Μικρῶ Ἑσπερινῶ.

 
Παρθενικὴ πανήγυρις σήμερον, ἀδελφοί· σκιρτάτω ἡ κτίσις, χορευέτω ἡ ἀνθρωπότης· συνεκάλεσε γὰρ ἡμᾶς ἡ ἁγία Θεοτόκος, τὸ ἀμόλυντον κειμήλιον τῆς παρθενίας, ὁ λογικὸς τοῦ δευτέρου Ἀδὰμ Παράδεισος, τὸ ἐργαστήριον τῆς ἑνώσεως τῶν δύο φύσεων, ἡ πανήγυρις τοῦ σωτηρίου συναλλάγματος, ἡ παστάς, ἐν ᾗ ὁ Λόγος ἐνυμφεύσατο τὴν σάρκα, ἡ ὄντως κούφη νεφέλη, ἡ τὸν ἐπὶ τῶν Χερουβὶμ μετὰ σώματος βαστάσασα. Ταῖς αὐτῆς ἱκεσίαις, Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν. Σήμερα τὸ πανηγύρι τῆς Παρθένου, ἀδελφοί· ἂς σκιρτήσει ἡ κτίση, ἂς χορέψει ἡ ἀνθρωπότητα· μᾶς συγκέντρωσε ἡ ἁγία Θεοτόκος, τὸ καθαρὸ διαπίστευμα τῆς παρθενίας ὁ λογικὸς παράδεισος τοῦ δευτέρου Ἀδάμ, τὸ ἐργαστήριο τῆς ἑνώσεως τῶν δύο φύσεων, τὸ πανηγύρι τῆς σωτήριας συναλλαγῆς, ὁ νυμφικὸς χῶρος, ὅπου ὁ Λόγος ἑνώθηκε μὲ τὴν σάρκα, τὸ πραγματικὰ ἐλαφρὺ σύννεφο1 ποὺ σήκωσε ἐπάνω του αὐτὸν ποὺ ἀναπαύεται στὰ Χερουβίμ. Μὲ τὶς δικές της ἱκεσίες, σῶσε Χριστὲ καὶ Θεὲ τὶς ψυχές μας.

Εἰς τὸν Στίχον.

 
Νεφέλην σε φωτὸς ἀϊδίου, Παρθένε, ὁ Προφήτης ὠνόμασεν· ἐν σοὶ γὰρ ὡς ὑετὸς ἐπὶ πόκον, καταβὰς ὁ Λόγος τοῦ Πατρός, καὶ ἐκ σοῦ ἀνατείλας, τὸν κόσμον ἐφώτισε, τὴν πλάνην κατήργησε, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν. Αὐτὸν ἱκετεύουσα ἐκτενῶς, Παναγία, δεόμεθα, μὴ παύσῃ ὑπὲρ ἡμῶν, τῶν ἀληθῆ Θεοτόκον ὁμολογούντων σε. Νεφέλη τοῦ αἰωνίου φωτός, ἐσένα Παρθένε, ὁ Προφήτης ἀποκάλεσε2· διότι μέσα σ᾿ ἐσένα ἦλθε, σὰν βροχὴ πάνω σε μαλλί3, συγκαταβαίνοντας ὁ Λόγος τοῦ Πατρός, καὶ ἀφοῦ ἀπὸ σένα ἀνέτειλε, φώτισε τὸν κόσμο καὶ κατάργησε τὴν πλάνη, ὁ Χριστὸς καὶ Θεός μας. Αὐτόν, Παναγία, σὲ παρακαλοῦμε νὰ ἱκετεύεις ἀσταμάτητα, ὅσοι σὲ ὁμολογοῦμε ἀληθινὴ Θεοτόκο.

Ἐν τῶ Μεγάλῳ Ἑσπερινῶ.

 
Τὴν παγκόσμιον δόξαν, τὴν ἐξ ἀνθρώπων σπαρεῖσαν, καὶ τὸν Δεσπότην τεκοῦσαν, τὴν ἐπουράνιον πύλην, ὑμνήσωμεν Μαρίαν τὴν Παρθένον, τῶν Ἀσωμάτων τὸ ᾆσμα, καὶ τῶν πιστῶν τὸ ἐγκαλλώπισμα· αὕτη γὰρ ἀνεδείχθη οὐρανός, καὶ ναὸς τῆς Θεότητος· αὕτη τὸ μεσότειχον τῆς ἔχθρας καθελοῦσα, εἰρήνην ἀντεισῆξε, καὶ τὸ Βασίλειον ἠνέῳξε. Ταύτην οὖν κατέχοντες, τῆς πίστεως τὴν ἄγκυραν, ὑπέρμαχον ἔχομεν, τὸν ἐξ αὐτῆς τεχθέντα Κύριον. Θαρσείτω τοίνυν, θαρσείτω λαὸς τοῦ Θεοῦ· καὶ γὰρ αὐτὸς πολεμήσει τοὺς ἐχθρούς, ὡς παντοδύναμος. Ἂς ἀνυμνήσουμε τὴν παγκόσμια δόξα, ποὺ προῆλθε ἀπ᾿ τὸ ἀνθρώπινο γένος, αὐτὴν ποὺ γέννησε τὸν Δεσπότη, αὐτὴν ποὺ ἔγινε πύλη τῶν οὐρανῶν, τὴν Μαρία τὴν Παρθένο, τὸ τραγούδι τῶν Ἀγγέλων καὶ τὸ στολίδι τῶν πιστῶν· διότι αὐτὴ ἀναδείχθηκε οὐράνιος τόπος καὶ ναὸς τῆς θεότητας. Αὐτή, ἀφοῦ γκρέμισε τὴν μεσοτοιχία τῆς ἐχθρότητας4, εἰσήγαγε ἀντ᾿ αὐτῆς τὴν εἰρήνη καὶ ἄνοιξε τὶς πύλες τῆς Βασιλείας. Κατέχοντας λοιπὸν αὐτὴν ὡς ἄγκυρα τῆς πίστεως, ἔχουμε στρατηλάτη τὸν Κύριο ποὺ ἀπὸ τὰ σπλάγχνα της ἐγέννησε. Ἔχε θάρρος, λοιπόν, ἔχε θάρρος λαὲ τοῦ Θεοῦ, διότι αὐτὸς θὰ πολεμήσει τοὺς ἐχθροὺς ὡς παντοδύναμος.

Ἦχος β´.

 

Ἐν τῶ Μικρῶ Ἑσπερινῶ.

 
Ὢ τοῦ μεγίστου μυστηρίου! βλέπων τὰ θαύματα, ἀνακηρύττω τὴν Θεότητα, οὐκ ἀρνοῦμαι τὴν ἀνθρωπότητα· ὁ γὰρ Ἐμμανουήλ, φύσεως μὲν πύλας ἤνοιξεν, ὡς φιλάνθρωπος· παρθενίας δὲ κλεῖθρα οὐ διέῤῥηξεν, ὡς Θεός· ἀλλ᾿ οὕτως ἐκ μήτρας προῆλθεν, ὡς δι᾿ ἀκοῆς εἰσῆλθεν· οὕτως ἐσαρκώθη, ὡς συνελήφθη· ἀπαθῶς εἰσῆλθεν, ἀφράστως ἐξῆλθε, κατὰ τὸν Προφήτην τὸν λέγοντα· Αὕτη ἡ πύλη κεκλεισμένη ἔσται, οὐδεὶς οὐ μὴ διέλθῃ δι᾿ αὐτῆς, εἰ μὴ μόνος Κύριος ὁ Θεὸς Ἰσραήλ, ὁ ἔχων τὸ μέγα ἔλεος. Τί μέγιστο μυστήριο! Βλέποντας τὰ θαύματα, ὁμολογῶ τὴν θεότητα, χωρὶς νὰ ἀρνοῦμαι τὴν ἀνθρωπότητα. Ὁ Ἐμμανουὴλ εἰσῆλθε ἀπὸ τὴν θύρα τῆς φύσεως ὡς φιλάνθρωπος, χωρὶς νὰ ἀναιρέσει ὡς Θεὸς τὴν παρθενία, καὶ μὲ τὸν ἴδιο (σιωπηλὸ καὶ ἀκατάληπτο τρόπο) ἐξῆλθε ἀπὸ τὴν μήτρα, ὅπως εἰσῆλθε μὲ τὸν λόγο (τοῦ Ἀγγέλου), δηλαδὴ σαρκώθηκε συγχρόνως μὲ τὴν σύλληψη, Εἰσῆλθε χωρὶς φθορὰ καὶ ἐξῆλθε ἀνερμηνεύτως, ὅπως λέγει ὁ προφήτης (Ἰεζεκιήλ)5: Αὐτὴ ἡ πύλη εἶναι ἤδη κλειστὴ καὶ κανεὶς δὲν θὰ τὴν περάσει παρὰ μόνον ὁ Θεός, ὁ κύριος του Ἰσραὴλ ποὺ διαθέτει τὸ μέγα ἔλεος.

Εἰς τὸν Στίχον.

 
Τίς σε κατ᾿ ἀξίαν ἐπαινέσει, καὶ μακαρίσει Κόρη θεόνυμφε, ὑπὲρ τῆς διὰ σοῦ γεγονυίας τῷ κόσμῳ ἀπολυτρώσεως; εὐχαριστοῦντες οὖν κραυγάζομέν σοι λέγοντες· Χαῖρε ἡ τὸν Ἀδὰμ θεώσασα, καὶ τὰ διεστῶτα συνάψασα. Χαῖρε ἡ φωτίσασα τὸ γένος ἡμῶν, τῇ φωτοφόρῳ ἀναστάσει τοῦ Υἱοῦ σου καὶ Θεοῦ ἡμῶν· σὲ γὰρ Χριστιανῶν τὸ γένος, ἀπαύστως μεγαλύνομεν. Ποιὸς (μπορεῖ) ἐπάξια νὰ σὲ ἐπαινέσει καὶ νὰ σὲ μακαρίσει θεόνυμφε Κόρη, γιὰ τὴν ἀπολύτρωση τοῦ κόσμου ποὺ συνέβη ἐξ αἰτίας σου; Εὐχαριστώντας λοιπόν, σοῦ λέμε φωναχτά: Χαῖρε ἐσὺ ποὺ θέωσες τὸν Ἀδάμ, καὶ σύνδεσες τὰ διαιρεμένα· Χαῖρε ἐσὺ ποὺ φώτισες τὸ γένος μας μὲ τὴν φωτοφόρο Ἀνάσταση τοῦ Υἱοῦ σου καὶ Θεοῦ μας. Ἐσένα λοιπὸν μεγαλύνουμε ἀδιάκοπα.

Ἐν τῶ Μεγάλῳ Ἑσπερινῶ.

 
Παρῆλθεν ἡ σκιὰ τοῦ νόμου, τῆς χάριτος ἐλθούσης· ὡς γὰρ ἡ βάτος οὐκ ἐκαίετο καταφλεγομένη, οὕτω παρθένος ἔτεκες, καὶ παρθένος ἔμεινας· ἀντὶ στύλου πυρός, δικαιοσύνης ἀνέτειλεν ἥλιος, ἀντὶ Μωϋσέως Χριστός, ἡ σωτηρία τῶν ψυχῶν ἡμῶν. Μὲ τὸν ἐρχομὸ τῆς χάριτος πέρασε ἡ σκιὰ τοῦ νόμου. Ὅπως ἡ βάτος ἂν καὶ φλεγόταν δὲν καιγόταν6, ἔτσι κι ἐσύ, ἐνῷ γέννησες ἐν παρθενίᾳ ἔμεινες παρθένος. Καὶ ἀντὶ τοῦ πύρινου στύλου7, ἀνέτειλε ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, ἀντὶ τοῦ Μωϋσέως ὁ Χριστός, ὁ σωτήρας τῶν ψυχῶν μας.

Ἦχος γ´.

 

Ἐν τῶ Μικρῶ Ἑσπερινῶ.

 
Μέγιστον θαῦμα! παρθένος τεκοῦσα, καὶ τὸ τεχθέν, Θεὸς πρὸ αἰώνων· προφανεὶς ὁ τόκος, καὶ τὸ τελούμενον ὑπὲρ φύσιν. Ὢ μυστηρίου φρικώδους! ὃ καὶ νοούμενον, ἄφραστον μένει, καὶ θεωρούμενον, οὐ καταλαμβάνεται. Μακαρία σὺ εἶ ἄχραντε Κόρη, Ἀδὰμ τοῦ γηγενοῦς θυγάτηρ, καὶ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου φανεῖσα μήτηρ· αὐτὸν ἱκέτευε σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν. Μέγιστο θαῦμα! Ἡ Παρθένος νὰ ἔχει γεννήσει καὶ τὸ παιδὶ νὰ εἶναι ὁ προαιώνιος Θεός, Νὰ εἶναι ἐμφανὴς ἡ γέννηση, ἀλλὰ τὸ γεγονὸς νὰ ὑπερβαίνει τὴν φύση. Τί φοβερὸ μυστήριο! Εἶναι αὐτὸ ποὺ ἐνῷ τὸ σκεπτόμαστε, ἀδυνατοῦμε νὰ τὸ ἐκφράσουμε, ἐνῷ τὸ προσεγγίζουμε, δὲν γίνεται κατανοητό. Μακάρια εἶσαι ἐσὺ ἄχραντη Κόρη, θυγατέρα τοῦ αὐτόχθονα (= χοϊκοῦ) Ἀδάμ, ποὺ ἐμφανίστηκες ὡς μητέρα τοῦ ὑψίστου Θεοῦ. Αὐτὸν ἱκέτευε γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ψυχῶν μας.

Εἰς τὸν Στίχον.

 
Ἀνάπλασιν καὶ ζωήν, διὰ σοῦ δευτέραν γινώσκομεν, ἄχραντε Μαρία, τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, ἐν τῇ γαστρί σου φυραθέντα τὸν Κτίστην τῆς κτίσεως, καὶ ἀναστήσαντα ἡμᾶς, ἐκ τοῦ ᾅδου, καὶ τοῦ θανάτου, καὶ ζωὴν αἰώνιον παρεσχηκότα ἡμῖν, τοῦ βοᾶν σοι Ἀειπάρθενε· Χαῖρε ἡ συνάψασα τὰ κάτω τοῖς ἐπουρανίοις· Χαῖρε ἡ ἐλπὶς πάντων τῶν περάτων τῆς γῆς, καὶ προστασία καὶ ἀντίληψις· Χαῖρε ἡ τῇ ἀναστάσει τοῦ Υἱοῦ σου, φαιδρύνουσα τὰ σύμπαντα, καὶ παρέχουσα τῷ κόσμῳ τὸ μέγα ἔλεος. Ἐκ αἰτίας σου, ἄχραντη Μαρία, γνωρίζουμε δεύτερη ἀνάπλαση καὶ ζωὴ τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, ποὺ ὀφείλεται στὸ ὅτι ὁ Δημιουργὸς τῆς κτίσεως ζυμώθηκε στὴν κοιλιά σου καὶ μᾶς ἀνάστησε ἀπὸ τὸν ᾅδη καὶ τὸν θάνατο καὶ μᾶς πρόσφερε αἰώνια ζωή, ὥστε νὰ ὑμνολογοῦμε Ἀειπάρθενε: Χαῖρε ἐσὺ ποὺ ἕνωσες τὰ ἐπίγεια μὲ τὰ οὐράνια· Χαῖρε ἡ ἐλπίδα, ἡ προστασία καὶ ἡ κατανόηση τῆς οἰκουμένης· Χαῖρε ἐσὺ ποὺ χαροποιεῖς τὰ σύμπαντα μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Υἱοῦ σου, παρέχοντας στὸν κόσμο τὸ μέγα ἔλεος.

Ἐν τῶ Μεγάλῳ Ἑσπερινῶ.

 
Πῶς μὴ θαυμάσωμεν, τὸν θεανδρικόν σου τόκον πανσεβάσμιε; πεῖραν γὰρ ἀνδρὸς μὴ δεξαμένη Πανάμωμε, ἔτεκες ἀπάτορα Υἱὸν ἐν σαρκί, τὸν πρὸ αἰώνων ἐκ Πατρὸς γεννηθέντα ἀμήτορα, μηδαμῶς ὑπομείναντα τροπήν, ἢ φυρμόν, ἢ διαίρεσιν, ἀλλ᾿ ἑκατέρας οὐσίας τὴν ἰδιότητα, σώαν φυλάξαντα. Διό, μητροπάρθενε Δέσποινα, αὐτὸν ἱκέτευε σωθῆναι, τὰς ψυχὰς τῶν ὀρθοδόξως, Θεοτόκον ὁμολογούντων σε. Πῶς νὰ μὴ θαυμάσουμε τὴν θεανδρική σου γέννηση πανσεβάσμια; Διότι, χωρὶς νὰ σχετιστεῖς μὲ ἄνδρα, γέννησες σαρκικῶς Υἱὸ χωρὶς πατέρα, αὐτὸν ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ τὸν Πατέρα προαιωνίως χωρὶς μητέρα, χωρὶς νὰ ὑποστεῖ τροπὴ ἢ χώνευση ἢ διαίρεση, ἀλλὰ φυλάσσοντας σώα τὴν ἰδιότητα καθεμιᾶς οὐσίας. Γι᾿ αὐτό, μητροπάρθενη Δέσποινα, ἱκέτευε τὸν Υἱόν σου νὰ σωθοῦν οἱ ψυχές μας, ὅσων σὲ ὁμολογοῦν Θεοτόκο κατὰ ὀρθόδοξο τρόπο.

Ἦχος δ´.

 

Ἐν τῶ Μικρῶ Ἑσπερινῶ.

 
Ἀσπόρως συνέλαβες, καὶ ἐκύησας ἀφράστως, τὸν καθελόντα δυνάστας ἀπὸ θρόνου, καὶ ὑψοῦντα ταπεινούς, καὶ ἐγείροντα κέρας πιστῶν αὐτοῦ, τοὺς δοξάζοντας Χριστοῦ, τὸν Σταυρὸν καὶ τὴν ταφήν, καὶ τὴν ἔνδοξον ἀνάστασιν· διό σε Θεοτόκε, τὴν πρόξενον τῶν τοσούτων ἀγαθῶν, ἀσιγήτοις ἐν ᾠδαῖς μακαρίζομεν, ὡς πρεσβεύουσαν ἀεί, τοῦ σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν. Συνέλαβες χωρὶς σπορὰ καὶ γέννησες ἀνομολόγητα, αὐτὸν ποὺ γκρεμίζει ἀπὸ τὸ θρόνο τοὺς δυνάστες καὶ ὑψώνει τοὺς ταπεινούς8, καὶ ἀνυψώνει τὴν δύναμη τῶν πιστῶν του9, ποὺ δοξολογοῦν τὸ Σταυρὸ καὶ τὴν Ταφὴ καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Γι᾿ αὐτὸ κι ἐσένα Θεοτόκε, ποὺ εἶσαι ἡ αἰτία τῶν τόσων ἀγαθῶν, σὲ μακαρίζουμε μὲ ἀσταμάτητες ᾠδές, ὡς πρεσβεύουσα πάντοτε γιὰ νὰ σωθοῦν οἱ ψυχές μας.

Εἰς τὸν Στίχον.

 
Ὁ σὺν Πατρὶ καὶ Πνεύματι δοξολογούμενος Υἱός, ἐν ὑψίστοις ὑπὸ τῶν Σεραφίμ, τὸν πρωτόπλαστον ἀναπλάσαι βουλόμενος, ὅλον ἑαυτὸν ἐκένωσεν ἀφράστως ἐν μήτρᾳ σου, Θεοτόκε πανύμνητε, καὶ ἐκ σοῦ ἀνατείλας, ἐφώτισε πάντα τὸν κόσμον θεότητι, ῥυσάμενος εἰδωλομανίας· καὶ ἐν ἑαυτῷ θεώσας, εἰς οὐρανοὺς ἀνήγαγε τὸ ἀνθρώπινον, Χριστὸς ὁ Θεὸς καὶ Σωτὴρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν. Ὁ Υἱὸς ποὺ μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Πνεῦμα δοξολογοῦνται στὰ ὑπερουράνια ἀπὸ τὰ Σεραφείμ, θέλοντας νὰ ἀναπλάσει τὸν πρωτόπλαστο, ἄδειασε τὸν ἑαυτό του μὲ ἄρρητο τρόπο στὴν μήτρα σου, πανύμνητη Θεοτόκε, καὶ ἀφοῦ στὸν ἑαυτό του ἐνθέωσε τὴν ἀνθρώπινη φύση, τὴν ἀνύψωσε στὰ οὐράνια, Χριστὸς ὁ Θεὸς καὶ σωτήρας τῶν ψυχῶν μας.

Ἐν τῶ Μεγάλῳ Ἑσπερινῶ.

 
Ὁ διὰ σὲ θεοπάτωρ προφήτης Δαυΐδ, μελῳδικῶς περὶ σοῦ προανεφώνησε, τῷ μεγαλεῖά σοι ποιήσαντι· Παρέστη ἡ βασίλισσα ἐκ δεξιῶν σου. Σὲ γὰρ μητέρα πρόξενον ζωῆς ἀνέδειξεν, ὁ ἀπάτωρ ἐκ σοῦ ἐνανθρωπῆσαι εὐδοκήσας Θεός, ἵνα τὴν ἑαυτοῦ ἀναπλάσῃ εἰκόνα, φθαρεῖσαν τοῖς πάθεσι, καὶ τὸ πλανηθὲν ὀρειάλωτον εὑρών, πρόβατον τοῖς ὤμοις ἀναλαβών, τῷ Πατρὶ προσαγάγῃ, καὶ τῷ ἰδίῳ θελήματι, ταῖς οὐρανίαις συνάψῃ δυνάμεσι, καὶ σώσῃ Θεοτόκε τὸν κόσμον, Χριστὸς ὁ ἔχων, τὸ μέγα καὶ πλούσιον ἔλεος. Ὁ πρόγονος τοῦ Χριστοῦ προφήτης Δαβὶδ σὲ προανήγγειλε μὲ ᾠδὲς σ᾿ αὐτὸν ποὺ ἐνήργησε τὰ μεγαλεῖα σου, λέγοντας: στάθηκε ἡ βασίλισσα στὰ δεξιά σου10. Διότι ἐσένα σὲ ἀνέδειξε πρόξενο ζωῆς ὁ Θεὸς ποὺ εὐδόκησε νὰ ἐνανθρωπήσει ἀπὸ ἐσένα χωρὶς παρουσία πατέρα, γιὰ νὰ ἀναπλάσει τὴν εἰκόνα του11, ποὺ εἶχε φθαρεῖ ἀπὸ τὰ πάθη, καὶ βρίσκοντας τὸ περιπλανώμενο στὰ ὄρη πρόβατο τὸ ἀνέλαβε στοὺς ὤμους του12 καὶ τὸ ἔφερε ἐνώπιον τοῦ Πατρός, ὥστε νὰ τὸ συνδέσει μὲ τὸ θέλημά του μὲ τὶς οὐράνιες δυνάμεις, καὶ νὰ σώσει, Θεοτόκε, τὸν κόσμο, ὁ Χριστός, ποὺ ἔχει τὸ μέγα καὶ πλούσιο ἔλεος.

Ἦχος πλ. α´.

 

Ἐν τῶ Μικρῶ Ἑσπερινῶ.

 
Τὴν θεοπρεπῆ καὶ σεβάσμιον Κόρην τιμήσωμεν, τὴν ὑπέρτιμον τῶν Χερουβίμ· ὁ γὰρ Δημιουργὸς τῶν ὅλων ἐνανθρωπῆσαι βουληθείς, ἐν αὐτῇ ᾤκησεν ἀφράστως. Ὢ ξένων πραγμάτων, καὶ παραδόξων μυστηρίων! τίς οὐκ ἐκπλαγῇ ἐν τούτῳ ἀκουτισθείς, ὅτι Θεὸς ἄνθρωπος γέγονε, καὶ τροπὴ ἐν αὐτῷ οὐχ ὑπῆρξε; καὶ τῆς παρθενίας πύλας διῆλθε, καὶ μείωσις ἐν αὐτῇ οὐχ ὑπελείφθη; καθὼς ὁ Προφήτης λέγει· Ἄνθρωπος ταύτην οὐ διοδεύσει ποτέ, εἰ μὴ μόνος Κύριος ὁ Θεὸς Ἰσραήλ, ὁ ἔχων τὸ μέγα ἔλεος. Ἂς τιμήσουμε τὴν θεοπρεπῇ καὶ σεβάσμια Κόρη, τὴν πιὸ ἀξιόλογη ἀπὸ τὰ Χερουβείμ. Διότι θέλοντας ὁ Δημιουργός του κόσμου νὰ γίνει ἄνθρωπος, κατοίκησε ἐντός της μὲ ἄρρητο τρόπο. Τί παράξενα πράγματα καὶ παράδοξα μυστήρια! Ποιὸς δὲν θὰ ἐκπλαγεῖ ἀκούγοντάς τα; Ὅτι δηλαδὴ ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος, χωρὶς νὰ ἀλλάξει τὴν φύση του; Καὶ ὅτι διῆλθε διὰ τῆς πύλης τῆς παρθενίας, χωρὶς νὰ ὑπάρξει μείωση τῆς φύσεως τῆς Παρθένου; Καὶ ὅπως λέει ὁ προφήτης (Ἰεζεκιήλ): Ποτὲ ἄνθρωπος δὲν θὰ περάσει (ἀπὸ αὐτὴν τὴν πύλη), παρὰ μόνον ὁ Κύριος, ὁ Θεὸς τοῦ Ἰσραήλ, αὐτὸς ποὺ διαθέτει τὸ μέγα ἔλεος13.

Εἰς τὸν Στίχον.

 
Αἱ περὶ σοῦ προφητεῖαι ἐπληρώθησαν, Παρθένε ἁγνή· ὁ μὲν γάρ σε τῶν προφητῶν, πύλην προηγόρευσεν ἐν Ἐδέμ, βλέπουσαν κατὰ ἀνατολάς, ἐν ᾗ οὐδεὶς διῆλθεν, εἰμὴ ὁ σὸς Πλαστουργός, καὶ τοῦ κόσμου παντός· ὁ δὲ βάτον πυρὶ φλεγομένην, ὅτι ἐν σοὶ ᾤκησε τὸ πῦρ τῆς θεότητος, καὶ ἄφλεκτον μείνασαν· ἄλλος ὄρος ἅγιον, ἐξ οὗ ἐτμήθη λίθος ὁ ἀκρογωνιαῖος, ἄνευ χειρὸς ἀνθρώπου, καὶ ἐπάταξε τὴν εἰκόνα τοῦ νοητοῦ Ναβουχοδονόσορ. Ἀληθῶς μέγα καὶ παράδοξον, τὸ ἐν σοὶ μυστήριον ὑπάρχει Θεομῆτορ! διό σε δοξάζομεν, διὰ σοῦ γὰρ γέγονεν ἡ σωτηρία τῶν ψυχῶν ἡμῶν. Οἱ προφητεῖες ποὺ σὲ ἀφοροῦσαν, ἁγνὴ Παρθένε, πραγματοποιήθηκαν. Ἕνας ἀπὸ τοὺς προφῆτες σὲ ὀνόμασε πύλη τῆς Ἐδέμ, ποὺ βλέπει στὴν ἀνατολή, διὰ τῆς ὁποίας κανεὶς δὲν διῆλθε, παρὰ μόνον ὁ δημιουργός σου καὶ δημιουργὸς ὅλων14, ἄλλος (προφήτης) σὲ περιέγραψε ὡς βάτο ποὺ φλέγεται15, ἀφοῦ μέσα σου ἐνοίκησε τὸ πῦρ τῆς θεότητας χωρὶς νὰ σὲ κάψει, ἄλλος (προφήτης) σὲ ὀνόμασε ἅγιο ὄρος, ἀπὸ τὸ ὁποῖο κόπηκε χωρὶς ἀνθρώπινη ἐνέργεια ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος, ποὺ γκρέμισε τὴν εἰκόνα τοῦ νοητοῦ Ναβουχοδονόσορα16, Πραγματικὰ μέγα καὶ παράδοξο εἶναι τὸ μυστήριο ποὺ ἐνεργεῖται σ᾿ ἐσένα, μητέρα τοῦ Θεοῦ: Γι᾿ αὐτό σε δοξάζουμε, ἀφοῦ χάρη σ᾿ ἐσένα ἐπιτεύχθηκε ἡ σωτηρία μας.

Ἐν τῶ Μεγάλῳ Ἑσπερινῶ.

 
Ἐν τῇ Ἐρυθρᾷ θαλάσσῃ, τῆς ἀπειρογάμου νύμφης εἰκὼν διεγράφη ποτέ. Ἐκεῖ Μωϋσῆς διαιρέτης τοῦ ὕδατος, ἐνθάδε Γαβριὴλ ὑπηρέτης τοῦ θαύματος· τότε τὸν βυθὸν ἐπέζευσεν ἀβρόχως Ἰσραήλ, νῦν δὲ τὸν Χριστὸν ἐγέννησεν ἀσπόρως ἡ Παρθένος· ἡ θάλασσα μετὰ τὴν πάροδον τοῦ Ἰσραήλ, ἔμεινεν ἄβατος· ἡ Ἄμεμπτος μετὰ τὴν κύησιν τοῦ Ἐμμανουήλ, ἔμεινεν ἄφθορος. Ὁ ὢν καὶ προών, καὶ φανεὶς ὡς ἄνθρωπος, Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς. Στὴν Ἐρυθρὰ θάλασσα κάποτε προδιαγράφηκε ἡ εἰκόνα τῆς ἀπειρόγαμης νύμφης. Τότε ὁ Μωυσῆς διαίρεσε τὸ νερό17, τώρα ὁ Γαβριὴλ ὑπηρέτησε τὸ θαῦμα. Τότε ὁ Ἰσραὴλ διῆλθε διὰ τοῦ βυθοῦ χωρὶς νὰ βραχεῖ18, τώρα ἡ Παρθένος γέννησε τὸν Χριστὸ χωρὶς σπορά. Ἡ δίοδος διὰ τῆς θάλασσας κλείστηκε μετὰ τὴν διέλευση τοῦ Ἰσραήλ19, ἡ ἄμεμπτη (Κόρη) ἔμεινε ἄφθορη μετὰ τὴν γέννηση τοῦ Ἐμμανουήλ. Θεέ, ὁ ὑπάρχων καὶ προϋπάρχων καὶ ἐμφανισθεὶς ὡς ἄνθρωπος, ἐλέησέ μας.

Ἦχος πλ. β´.

 

Ἐν τῶ Μικρῶ Ἑσπερινῶ.

 
Ἄξιόν ἐστιν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν σε τὴν Θεοτόκον· τὴν σὴν γὰρ ἄχραντον ὑποδὺς γαστέρα, ὁ πάντων Δημιουργός, ἐγένετο σάρξ, οὐ τραπεὶς τὴν φύσιν, οὐδὲ φαντάσας τὴν οἰκονομίαν, ἀλλὰ τῇ ἐκ σοῦ ληφθείσῃ, λογικῶς ἐμψυχωμένῃ σαρκί, καὶ ἐν αὑτῷ τὸ εἶναι λαβούσῃ, ἑνωθεὶς καθ᾿ ὑπόστασιν· ὅθεν εὐσεβῶς, ἐν δύο φύσεσιν ἐπιδηλουμέναις, τὴν διαφορὰν ποιούμεθα. Αὐτὸν ἱκέτευε σεμνὴ Παναγία, καταπέμψαι ἡμῖν εἰρήνην, καὶ τὸ μέγα ἔλεος. Ἀξίζει νὰ σὲ μακαρίζουμε Θεοτόκε. Ἀφοῦ εἰσῆλθε στὴν κοιλιά σου ὁ Δημιουργός του κόσμου, ἔγινε σάρκα, χωρὶς νὰ ἀλλοιωθεῖ ἡ φύση του, καὶ χωρὶς νὰ εἶναι φαντασία τὸ σωτηριῶδες ἔργο20. Λαμβάνοντας ἀπὸ ἐσένα λογικὴ καὶ ἔμψυχη σάρκα, στὸ πρόσωπό του κατέστη ὕπαρξη, ἀφοῦ ἑνώθηκε μαζί της ὑποστατικά. Γι᾿ αὐτὸ καὶ διακρίνουμε μὲ εὐσέβεια τὶς δύο φύσεις., Ἱκέτευέ τον, σεμνὴ Παναγία, νὰ μᾶς στείλει εἰρήνη καὶ μέγα ἔλεος.

Εἰς τὸν Στίχον.

 
Δεῦτε πάντα τὰ ἔθνη, ἐν φωνῇ ἀγαλλιάσεως, τὴν παναγίαν Παρθένον, καὶ Θεοτόκον ἀνευφημήσωμεν, τῆς ἀνθρωπίνης οὐσίας τὸ χωνευτήριον, τῶν ἀπορρήτων θαυμάτων τὸ ἐργαστήριον· ἐν αὐτῇ γὰρ γέγονε καινά· ὁ ἄναρχος ἄρχεται, ὁ Λόγος παχύνεται, ὁ Θεὸς ἄνθρωπος γίνεται, ἵνα Θεὸν τὸν ἄνθρωπον ἀπεργάσηται, οὐ τροπῇ τῶν φύσεων, ἀλλ᾿ ἑνώσει τῇ καθ᾿ ὑπόστασιν· προέρχεται γὰρ εἷς ἐκ δύο τῶν ἐναντίων, ἐν δυσὶ τελείαις ταῖς φύσεσιν, ἀδιαιρέτως γνωριζόμενος, θεληματικῶς τε καὶ ἐνεργητικῶς, καθ᾿ ἑκατέραν οὐσίαν, ὁ αὐτὸς τὸ ἀληθὲς πιστούμενος, τῆς σωτηρίου οἰκονομίας, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ παρέχων τῷ κόσμῳ ἱλασμόν, εἰρήνην, καὶ τὸ μέγα ἔλεος. Ἐλᾶτε ὅλα τὰ ἔθνη νὰ ὑμνολογήσουμε μὲ ἀγαλλόμενη φωνὴ τὴν παρθένο Παναγία καὶ Θεοτόκο, αὐτὴν ποὺ κατέστη χωνευτήριο τῆς ἀνθρώπινης οὐσίας καὶ ἐργαστήριο μυστικῶν θαυμάτων. Σ᾿ αὐτὴν ἐνεργήθηκαν καινούργιες συνθῆκες: ὁ ἄναρχος λαμβάνει ἀρχή, ὁ Λόγος λαμβάνει σάρκα, ὁ Θεὸς γίνεται ἄνθρωπος γιὰ νὰ κάνει τὸν ἄνθρωπο θεό21, ὄχι μὲ ἀλλοίωση τῶν φύσεων, ἀλλὰ μὲ ὑποστατικὴ ἕνωση. Διότι ἀπὸ δύο ἀντίθετα προέρχεται ἕνας, ποὺ γνωρίζεται σὲ δύο τέλειες φύσεις καὶ κατὰ τὰ θελήματα καὶ κατὰ τὶς ἐνέργειες καθεμιᾶς ἀπὸ τὶς δύο οὐσίες, ἕνας καὶ ὁ ἴδιος πραγματικὰ ὑπεύθυνος τῆς σωτήριας πράξης, ὁ Χριστὸς καὶ Θεός μας, ποὺ παρέχει στὸν κόσμο λύτρωση καὶ μέγα ἔλεος.

Ἐν τῶ Μεγάλῳ Ἑσπερινῶ.

 
Τίς μὴ μακαρίσει σε, παναγία Παρθένε; τίς μὴ ἀνυμνήσει σου, τὸν ἀλόχευτον τόκον; ὁ γὰρ ἀχρόνως ἐκ Πατρός, ἐκλάμψας Υἱὸς μονογενής, ὁ αὐτὸς ἐκ σοῦ τῆς ἁγνῆς προῆλθεν, ἀφράστως σαρκωθείς, φύσει Θεὸς ὑπάρχων, καὶ φύσει γενόμενος ἄνθρωπος δι᾿ ἡμᾶς· οὐκ εἰς δυάδα προσώπων τεμνόμενος, ἀλλ᾿ ἐν δυάδι φύσεων, ἀσυγχύτως γνωριζόμενος. Αὐτὸν ἱκέτευε, σεμνὴ Παμμακάριστε, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν. Ποιὸς νὰ μὴ σὲ μακαρίσει παρθένε Παναγία; Ποιὸς νὰ μὴν ὑμνολογήσει τὸν ὑπερφυσικὸ τόκο σου; Διότι ὁ μονογενὴς Υἱὸς ποὺ ἀχρόνως προῆλθε ἀπὸ τὸν Πατέρα, ὁ ἴδιος ἐνανθρώπησε μὲ ἄρρητο τρόπο ἀπὸ ἐσένα, ὄντας κατὰ φύση Θεὸς καὶ γενόμενος ἄνθρωπος γιὰ χάρη μας, χωρὶς νὰ διαιρεῖται σὲ δύο πρόσωπα, ἀλλὰ γνωριζόμενος σὲ δύο ἀσύγχυτες φύσεις. Αὐτὸν ἱκέτευε, σεμνὴ παμμακάριστε, νὰ ἐλεηθοῦν οἱ ψυχές μας.

Ἦχος βαρύς.

 

Ἐν τῶ Μικρῶ Ἑσπερινῶ.

 
Φρικτὸν καὶ ἄρρητον ὄντως, τὸ ἐπὶ σοὶ πεπραγμένον μυστήριον Ἀμίαντε! Λόγον γὰρ τῶν πάντων αἴτιον, ὑπὲρ αἰτίαν καὶ λόγον, τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι σωματωθέντα τέτοκας, ἐκ σοῦ τὴν σάρκα ἀνειληφότα, τῆς οἰκείας φύσεως, ἀμεταβλήτου μεινάσης· συνδραμόντων γὰρ ἑκατέρων, αὐθυπάρκτως καθ᾿ ὑπόστασιν ἑνικήν, διπλοῦς τῇ φύσει προέρχεται ὅλος Θεός, καὶ ὅλος ἄνθρωπος, τὴν ἐπ᾿ ἀμφοῖν ὁλότητα, ἐνεργητικοῖς ἰδιώμασιν ἐνδεικνύμενος· πεπονθὼς γὰρ ἐν Σταυρῷ σαρκικῶς, ἀπαθὴς διέμεινεν ὁ αὐτὸς θεϊκῶς· ὥσπερ βροτὸς τεθνηκώς, ἀνεβίω ὡς Θεὸς τριήμερος, τὸ κράτος τοῦ θανάτου καθελών, καὶ φθορᾶς ῥυσάμενος τὸ ἀνθρώπινον. Αὐτὸν ὡς λυτρωτήν, καὶ Σωτῆρα τοῦ γένους ἡμῶν, Θεομῆτορ αἴτησαι, καταπέμψαι ἡμῖν, τῶν οἰκτιρμῶν αὐτοῦ τὸ μέγα ἔλεος. Φοβερὸ καὶ ἄρρητο εἶναι τὸ μυστήριο ποὺ ἐπιτελέστηκε στὸ πρόσωπό σου, Ἁγνή. Διότι γέννησες, πέρα τοῦ αἰτιατοῦ καὶ τῆς λογικῆς, τὸν Λόγο, τὴν αἰτία τῶν πάντων, ποὺ σωματώθηκε ἐντός σου διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ ἀπὸ ἐσένα ἀνέλαβε σάρκα, μένοντας ἡ δική του φύση ἀμετάβλητη. Διότι μὲ τὴν σύνδεση καθεμιᾶς αὐθύπαρκτης φύσεως σὲ μιὰ ὑπόσταση, ἀναδύεται διπλὸς κατὰ τὴν φύση ὅλος ὁ Θεὸς καὶ ὅλος ὁ ἄνθρωπος. Φανερώνοντάς την ἐν δυάδι ὁλότητα μὲ τὰ ἐνεργητικὰ ἰδιώματα (ἑκάστης φύσεως). Διότι ἂν καὶ ἔπαθε στὸν Σταυρὸ κατὰ τὴν ἀνθρώπινη σάρκα, παρέμεινε ἀπαθὴς κατὰ τὴν θεότητα. Ἂν καὶ πέθανε ὡς ἄνθρωπος, ἀναστήθηκε σὲ τρεῖς ἡμέρες ὡς Θεός, καθαιρώντας τὴν κυριαρχία τοῦ θανάτου καὶ λυτρώνοντας τὴν ἀνθρώπινη φύση ἀπὸ τὴν φθορά. Ἀπὸ Αὐτόν, ποὺ εἶναι ὁ λυτρωτὴς καὶ σωτήρας τοῦ γένους μας, ἐσὺ μητέρα τοῦ Θεοῦ, ζήτησε νὰ μᾶς ἀποστείλει τὸ μέγα ἔλεος τῆς εὐσπλαγχνίας του.

Εἰς τὸν Στίχον.

 
Ἐκ σοῦ Παναγία Θεοτόκε Παρθένε, ἀφράστως ἐτέχθη Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἀληθῶς ὑπάρχων Θεὸς προαιώνιος, καὶ ἄνθρωπος πρόσφατος· τὸ μέν, ὢν ἀΐδιος, τὸ δέ, δι᾿ ἡμᾶς γενόμενος· σώζει γὰρ ἐν ἑαυτῷ, ἑκατέρας φύσεως τὴν ἰδιότητα· τὴν μέν, διαλάμπων θαύμασι, τὴν δέ, πιστούμενος πάθεσιν· ὅθεν εἷς καὶ ὁ αὐτός, καὶ θνήσκει ὡς ἄνθρωπος, καὶ ὡς Θεὸς ἀνίσταται· ὃν ἱκέτευε σεμνὴ Ἀπειρόγαμε, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν. Ἀπὸ σένα Παναγία Θεοτόκε Παρθένε γεννήθηκε μὲ ἄφραστο τρόπο ὁ Χριστός, ὁ Θεός μας, ποὺ προαιωνίως ὑπάρχει ὡς Θεός, καὶ πρόσφατα ὡς ἄνθρωπος, ἀπὸ τὴν μιὰ ὄντας αἰώνιος, ἀπὸ τὴν ἄλλη γιὰ χάρη μας ἐνανθρωπήσας. Καὶ μάλιστα σῴζει στὸν ἑαυτό του τὴν ἰδιότητα καθεμιᾶς φύσεως, ἀπὸ τὴν μιὰ δοξαζόμενος μὲ τὰ θαύματα, ἀπὸ τὴν ἄλλη ἀποδεχόμενος τὰ πάθη. Λοιπόν, ἕνας καὶ ὁ ἴδιος. Καὶ πεθαίνει ὡς ἄνθρωπος, καὶ ἀνασταίνεται ὡς Θεός. Αὐτὸν ἱκέτευε, σεμνὴ ἀπειρόγαμη, γιὰ νὰ σωθοῦν οἱ ψυχές μας.

Ἐν τῶ Μεγάλῳ Ἑσπερινῶ.

 
Μήτηρ μὲν ἐγνώσθης, ὑπὲρ φύσιν Θεοτόκε, ἔμεινας δὲ παρθένος, ὑπὲρ λόγον καὶ ἔννοιαν· καὶ τὸ θαῦμα τοῦ τόκου σου, ἑρμηνεῦσαι γλῶσσα οὐ δύναται· παραδόξου γὰρ οὔσης τῆς συλλήψεως Ἁγνή, ἀκατάληπτός ἐστιν ὁ τρόπος τῆς κυήσεως· ὅπου γὰρ βούλεται Θεός, νικᾶται φύσεως τάξις. Διό σε πάντες Μητέρα τοῦ Θεοῦ γινώσκοντες, δεόμεθά σου ἐκτενῶς· πρέσβευε τοῦ σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν. Ἀπὸ τὴν μιὰ σὲ γνωρίσαμε πέραν τῆς φυσικῆς τάξεως ὡς Θεοτόκο, ἀπὸ τὴν ἄλλη ἔμεινες παρθένος κατὰ ὑπέρλογο τρόπο καὶ ἔννοια. Τὸ θαῦμα τοῦ τόκου σου δὲν μπορεῖ νὰ ἑρμηνεύσει ἡ ἀνθρώπινη γλῶσσα. Διότι κοντὰ στὴν παραδοξότητα τῆς συλλήψεως, Ἁγνή, προστίθεται τὸ ἀκατάληπτο τοῦ τρόπου τῆς γεννήσεως. Ὅπου ἰσχύει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀκυρώνεται ἡ τάξη τῆς φύσεως. Γι᾿ αὐτό, γνωρίζοντάς σε ὡς μητέρα τοῦ Θεοῦ, σὲ παρακαλοῦμε διαρκῶς νὰ πρεσβεύεις ὥστε νὰ σωθοῦν οἱ ψυχές μας.

Ἦχος πλ. δ´.

 

Ἐν τῶ Μικρῶ Ἑσπερινῶ.

 
Πῶς μή σε μακαρίσωμεν Θεοτόκε! πῶς δὲ μὴ ἀνυμνήσωμεν ὑπερευλογημένη, τὸ ἀκατάληπτον μυστήριον τῆς κυοφορίας σου! Τῶν αἰώνων γὰρ ὁ ποιητής, καὶ τῆς ἡμετέρας δημιουργὸς φύσεως, τὴν ἰδίαν εἰκόνα οἰκτείρας, καθῆκεν ἑαυτὸν εἰς κένωσιν, τὴν ἀνεξιχνίαστον· ὁ ὢν ἐν τοῖς ἀΰλοις κόλποις τοῦ Πατρός, ἐν μήτρᾳ σου Ἁγνὴ κατεσκήνωσε, καὶ σὰρξ ἀτρέπτως ἐγένετο, ἐκ σοῦ Ἀπειρόγαμε· μείνας μέν, ὅπερ ὑπῆρχε, φύσει Θεός, μηδαμῶς δὲ τῆς τοῦ Πατρός, ἐν Πνεύματι κυβερνητικῆς συγκαθεδρίας, ἐκφοιτήσας, ἀληθῶς ὤφθη παιδίον νέον ἐν ἁγίαις ὠλέναις σου, ἀμώμητον σῶμα ἐξ ἀχράντων αἱμάτων σου, μετὰ ψυχῆς λογικῆς, δεύτερος Ἀδάμ, ὁ Κύριος ἐξ οὐρανοῦ. Διὸ αὐτὸν προσκυνοῦμεν Θεὸν τέλειον, καὶ ἄνθρωπον τέλειον, τὸν αὐτὸν ἐν ἑκατέρᾳ μορφῇ· ἑκατέρα γὰρ φύσις, ἐστὶν ἐν αὐτῷ ἀληθῶς· διπλᾶ δὲ πάντα κηρύττομεν, τὰ φυσικὰ αὐτοῦ ἰδιώματα, κατὰ τὴν διπλόην τῶν οὐσιῶν, δύο σέβοντες τὰς ἐνεργείας, καὶ θελήματα. Ὁμοούσιος γὰρ ὢν τῷ Θεῷ καὶ Πατρί, αὐτεξουσίως θέλει καὶ ἐνεργεῖ ὡς Θεός· ὁμοούσιος δὲ ὢν καὶ ἡμῖν, αὐτεξουσίως θέλει καὶ ἐνεργεῖ ὡς ἄνθρωπος. Αὐτὸν ἱκέτευε, Σεμνὴ παμμακάριστε, τοῦ σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν. Πῶς νὰ μὴ σὲ μακαρίσουμε Θεοτόκε, καὶ πῶς νὰ μὴν δοξολογήσουμε, ὑπερευλογημένη, τὸ ἀκατάληπτο μυστήριο τῆς κυοφορίας σου! Διότι ὁ ποιητὴς τῶν αἰώνων καὶ δημιουργὸς τῆς φύσεώς μας, ἐπειδὴ σπλαγχνίστηκε τὸν κατ᾿ εἰκόνα του ἄνθρωπο22, ἄδειασε τὸν ἑαυτό του μὲ ἀνεξιχνίαστο τρόπο. Αὐτὸς ποὺ βρισκόταν στοὺς ἀΰλους κόλπους τοῦ Πατέρα, κατασκήνωσε στὴν μήτρα σου Ἁγνή, καὶ ἔγινε σάρκα κατὰ ἄτρεπτο τρόπο ἀπὸ ἐσένα ἀπειρόγαμη, μένοντας αὐτὸ ποὺ ἦταν, δηλαδὴ κατὰ φύση Θεός. Γι᾿ αὐτὸ τὸν προσκυνοῦμε ὡς Θεὸ τέλειο καὶ ὡς ἄνθρωπο τέλειο, τὸν ἴδιο σὲ καθεμιὰ ἀπὸ τὶς δύο μορφές. Κάθε μιὰ ἀπὸ τὶς δύο φύσεις ὑπάρχει σ᾿ αὐτὸν ἀληθῶς, καὶ γι᾿ αὐτὸ ὁμολογοῦμε τὰ πάντα διπλά, δηλαδὴ τὰ φυσικά του ἰδιώματα σύμφωνα μὲ τὶς δύο φύσεις του, καὶ σεβόμαστε τὴν παρουσία δύο ἐνεργειῶν καὶ δύο θελημάτων. Διότι ὄντας ὁμοούσιος μὲ τὸν Θεὸ καὶ Πατέρα, αὐτεξουσίως θέλει καὶ ἐνεργεῖ ὡς Θεός, καὶ ὁμοούσιος ὄντας μ᾿ ἐμᾶς, αὐτεξουσίως θέλει καὶ ἐνεργεῖ ὡς ἄνθρωπος. Αὐτὸν ἱκέτευε, σεμνὴ παμμακάριστη, γιὰ νὰ σωθοῦν οἱ ψυχές μας.

Εἰς τὸν Στίχον.

 
Ὃν οὐρανὸς οὐκ ἐχώρησε, Παρθένε Θεοτόκε, ἐν γαστρί σου ἀστενοχωρήτως ἐχωρήθη, καὶ ἔμεινας ἁγνή, ἀρρήτῳ λόγῳ, μηδὲν τῆς παρθενίας λυμανθείσης· Σὺ γὰρ μόνη γέγονας ἐν γυναιξί, καὶ μήτηρ καὶ παρθένος· καὶ σὺ μόνη Πάναγνε, ἐγαλούχησας Υἱὸν ζωοδότην, καὶ ἀγκάλαις σου ἐβάστασας, τὸ ἀνύστακτον ὄμμα· ἀλλ᾿ οὐ διέλιπε τοῦ κόλπου τοῦ πατρικοῦ, ὁ ὑπάρχων πρὸ τῶν αἰώνων· ἀλλ᾿ ἄνω ὅλως Θεὸς μετὰ Ἀγγέλων, καὶ κάτω ὅλως ἐκ σοῦ μετὰ ἀνθρώπων, καὶ πανταχοῦ ἀνερμηνεύτως. Αὐτὸν ἱκέτευε, Δέσποινα Παναγία, τοῦ σωθῆναι τοὺς ὀρθοδόξως, ὁμολογοῦντάς σε Θεοτόκον ἁγνήν. Αὐτὸν ποὺ δὲν τὸν χωροῦν οἱ οὐρανοί, ἀνέτως χώρεσε στὴν κοιλιά σου, παρθένε Θεοτόκε, καὶ ἔμεινες παρθένος μὲ ἀκατάληπτο τρόπο, χωρὶς νὰ χαλαστεῖ ἡ παρθενία σου. Ἐσὺ μόνη ἀνάμεσα στὶς γυναῖκες ὑπάρχεις καὶ μητέρα καὶ παρθένος, κι ἐσὺ μόνη πάναγνη ἀνάθρεψες τὸν ζωοδότη Υἱὸ καὶ βάσταξες στὴν ἀγκαλιά σου τὸ ἀνέσπερο φῶς. Αὐτὸς δὲν ἐγκατέλειψε τὸν Πατρικὸ κόλπο, ὅπου προαιωνίως ὑπῆρχε, ἀλλὰ καθ᾿ ὁλοκληρίαν βρισκόταν ὡς Θεὸς μετὰ Ἀγγέλων στὰ οὐράνια καὶ συγχρόνως βρισκόταν ἐξ αἰτίας σου στὴν γῆ μετὰ ἀνθρώπων, καὶ πανταχοῦ παρὼν κατὰ ἀνερμήνευτο τρόπο. Αὐτὸν ἱκέτευε, Δέσποινα Παναγία, γιὰ νὰ σωθοῦν αὐτοὶ ποὺ ὀρθόδοξα σὲ ὁμολογοῦν ἁγνὴ Θεοτόκο.

Ἐν τῶ Μεγάλῳ Ἑσπερινῶ.

 
Ὁ Βασιλεὺς τῶν οὐρανῶν, διὰ φιλανθρωπίαν, ἐπὶ τῆς γῆς ὤφθη, καὶ τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη· ἐκ Παρθένου γὰρ ἁγνῆς, σάρκα προσλαβόμενος, καὶ ἐκ ταύτης προελθών, μετὰ τῆς προσλήψεως, εἷς ἐστιν Υἱός, διπλοῦς τὴν φύσιν, ἀλλ᾿ οὐ τὴν ὑπόστασιν· διὸ τέλειον αὐτὸν Θεόν, καὶ τέλειον ἄνθρωπον, ἀληθῶς κηρύττοντες, ὁμολογοῦμεν Χριστὸν τὸν Θεὸν ἡμῶν· ὃν ἱκέτευε Μῆτερ ἀνύμφευτε, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν. Ὁ βασιλιὰς τῶν οὐρανῶν φανερώθηκε πάνω στὴν γῆ ἀπὸ φιλανθρωπία καὶ συναναστράφηκε μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Ἀπὸ τὴν ἁγνὴ Παρθένο προσέλαβε σάρκα καὶ προῆλθε ἀπ᾿ αὐτὴν μαζὶ μὲ αὐτὸ ποὺ προσέλαβε, ὄντας ἕνας Υἱὸς μὲ δύο φύσεις, ἀλλὰ ὄχι ὑποστάσεις. Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὸν Χριστὸ καὶ Θεό μας κηρύττουμε κατ᾿ ἀλήθειαν καὶ ὁμολογοῦμε τέλειο Θεὸ καὶ τέλειο ἄνθρωπο. Αὐτὸν ἱκέτευε, ἀνύμφευτη μητέρα, νὰ ἐλεηθοῦν οἱ ψυχές μας.

1. Βλ. Ἡσ. 10.1: «Ἰδοὺ Κύριος κάθηται ἐπὶ νεφέλης κούφης».
2. Βλ. Ἰεζ. 1.3: «Καὶ ἐγένετο ἐπ᾿ ἑμὲ χεὶρ Κυρίου, καὶ εἶδον καὶ ἰδοὺ πνεῦμα ἐξαῖρον ἤρχετο ἀπὸ βοῤῥᾶ, καὶ νεφέλη μεγάλη ἐν αὐτῷ, καὶ φέγγος κύκλῳ αὐτοῦ καὶ πῦρ ἐξαστράπτον».
3. Βλ. Ψαλμ. 71,6: «Καταβήσεται ὡς ὑετὸς ἐπὶ πόκον καὶ ὡσεὶ σταγὼν ἡ στάζουσα ἐπὶ τὴν γῆν». Βλ. καὶ Κριτ. 6,36-37 «Καὶ εἶπε Γεδεὼν πρὸς τὸν Θεόν· εἰ σὺ σῴζεις ἐν χειρί μου τὸν Ἰσραὴλ καθὼς ἐλάλησες, ἰδοὺ ἐγὼ τίθημι τὸν πόκον τοῦ ἐρίου ἐν τῇ ἁλώνι· ἐὰν δρόσος γένηται ἐπὶ τὸν πόκον μόνον καὶ ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν ξηρασία, γνώσομαι ὅτι σώσεις ἐν χειρί μου τὸν Ἰσραήλ, καθὼς ἐλάλησας».
4. Βλ. Ἐφεσ. 2,14: «Αὐτὸς γάρ ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν, ὁ ποιήσας τὰ ἀμφότερα ἐν καὶ τὸ μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ λύσας».
5. Ἰεζ. 44,2: «Καὶ εἶπε Κύριος πρός με· ἡ πύλη αὕτη κεκλεισμένη ἔσται, οὐκ ἀνοιχθήσεται, καὶ οὐδεὶς μὴ διέλθῃ δι᾿ αὐτῆς, ὅτι Κύριος ὁ Θεὸς Ἰσραὴλ εἰσελεύσεται δι᾿ αὐτῆς, καὶ ἔσται κεκλεισμένη».
6. Πρβλ, Ἐξόδ. 3,2: «Ὤφθη δὲ αὐτῷ ἄγγελος Κυρίου ἐν πυρὶ φλογὸς ἐκ τοῦ βάτου, καὶ ὁρᾷ ὅτι ὁ βάτος καίεται πυρί, ὁ δὲ βάτος οὐ κατακαίετο».
7. Βλ. Ἐξόδ. 14,24: «Ἐγενήθη δὲ ἐν τῇ φυλακῇ τῇ ἑωθινῇ καὶ ἐπέβλεψε Κύριος ἐπὶ τὴν παρεμβολὴν τῶν Αἰγυπτίων ἐν στύλῳ πυρὸς καὶ νεφέλης».
8. Βλ. Λουκ. 1,52: «Ἐποίησε κράτος ἐν βραχίονι αὐτοῦ, διεσκόρπισεν ὑπερηφάνους διανοίᾳ καρδίας αὐτῶν· καθεῖλε δυνάστας ἀπὸ θρόνων καὶ ὕψωσε ταπεινοὺς» (ἀπὸ τὴν ᾠδὴ τῆς Θεοτόκου).
9. Βλ. Ψαλμ. 148,14: «Καὶ ὑψώσει κέρας λαοῦ αὐτοῦ».
10. Βλ. Ψαλμ. 44,10: «Παρέστη ἡ βασίλισσα ἐκ δεξιῶν σου ἐν ἱματισμῷ διαχρύσῳ περιβεβλημένη, πεποικιλμένη.
11. Βλ. Γεν. 1,27: «Καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν, ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς».
12. Βλ. Ἰεζ. 34,11-12: «Διότι τάδε λέγει Κύριος Κύριος· ἰδοὺ ἐκζητήσω τὰ πρόβατά μου καὶ ἐπισκέψομαι αὐτά. Ὥσπερ ζητεῖ ὁ ποιμὴν τὸ ποίμνιον αὐτοῦ ἐν ἡμέρᾳ, ὅταν ᾖ γνόφος καὶ νεφέλη ἐν μέσῳ προβάτων διακεχωρισμένων, οὕτως ἐκζητήσω τὰ πρόβατά μου καὶ ἀπελάσω αὐτὰ ἀπὸ παντὸς τόπου οὐ διεσπάρησαν ἐκεῖ ἐν ἡμέρᾳ νεφέλης καὶ γνόφου». Βλ. καὶ τὴν παραβολὴν τοῦ ἀπωλεσθέντος προβάτου στο Λουκ. 15,4 κ.ἑξ.: «Τίς ἄνθρωπος ἐξ ὑμῶν ἔχων ἑκατὸν πρόβατα καὶ ἀπολέσας ἓν ἐξ αὐτῶν, οὐ καταλείπει τὰ ἐνενήκοντα ἐννέα ἐν τῇ ἐρήμῳ καὶ πορεύεται ἐπὶ τὸ ἀπολωλὸς ἕως οὗ εὕρῃ αὐτό; Καὶ εὑρὼν ἐπιτίθησιν ἐπὶ τοὺς ὤμους αὐτοῦ χαίρων...».
13. Βλ. σημ. 5.
14. Βλ. αὐτόθι.
15. Βλ. σημ. 6.
16. Βλ. Δαν. 2,34: «Ἐθεώρεις ἕως οὗ ἐτμήθη λίθος ἐξ ὄρους ἄνευ χειρῶν καὶ ἐπάταξε τὴν εἰκόνα ἐπὶ τοὺς πόδας τοὺς σιδηροῦς καὶ ὀστρακίνους καὶ ἐλέπτυνεν αὐτοὺς εἰς τέλος» (ἀπὸ τὴν ἐξηγήσῃ ποὺ δίνει ὁ προφήτης Δανιὴλ στο ἐνύπνιο τοῦ Ναβουχοδονόσορα).
17. Βλ. Ἐξόδ.14,21: «Ἐξέτεινε δὲ Μωυσῆς τὴν χεῖρα ἐπὶ τὴν θάλασσαν, καὶ ὑπήγαγε Κύριος τὴν θάλασσαν ἐν ἀνέμῳ νότῳ βιαίῳ ὅλην τὴν νύκτα καὶ ἐποίησε τὴν θάλασσαν ξηράν, καὶ ἐσχίσθη τὸ ὕδωρ».
18. Βλ. Ἐξόδ. 14,22: «Καὶ εἰσῆλθον οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ εἰς μέσον τῆς θαλάσσης κατὰ τὸ ξηρόν, καὶ τὸ ὕδωρ αὐτῆς τεῖχος ἐκ δεξιῶν καὶ τεῖχος ἐξ εὐωνύμων».
19. Ἐξόδ. 14,27: «Ἐξέτεινε δὲ Μωυσῆς τὴν χεῖρα ἐπὶ τὴν θάλασσαν, καὶ ἀποκατέστη τὸ ὕδωρ πρὸς ἡμέραν ἐπὶ χώρας».
20. Βλ. Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, Γ´ 46 «Ὢν γὰρ φύσει τέλειος θεὸς γέγονε φύσει τέλειος ἄνθρωπος, ὁ αὐτὸς οὐ τραπεὶς τὴν φύσιν οὐδὲ φαντάσας τὴν οἰκονομίαν».
21. Βλ. Μ. Ἀθανασίου, Κατὰ Ἀρειανῶν, 1,38 καὶ 39 (PG 26, 92B καὶ C): «... αὐτὸς [ὁ Υἱὸς] υἱοποίησεν ἡμᾶς τῷ Πατρί, καὶ ἐθεοποίησε τοὺς ἀνθρώπους γενόμενος ἄνθρωπος. [...] γέγονεν ἄνθρωπος, ἵνα μᾶλλον ἡμᾶς θεοποιήσῃ».
22. Βλ. σημ. 11.