Δευτέρα 27 Νοεμβρίου 2017

Το Θαύμα της Παναγίας στον Άγιο Αρσένιο το Καππαδόκη



Έχοντας υπ’ όψιν μου τους υπερφυσικούς κόπους του Οσίου Πατρός και όλη του την αγάπη που είχε για τον κόσμο, τον οποίο βοηθούσε ανθρώπινα και θεϊκά (με θαύματα), θεώρησα σαν απαραίτητο καθήκον μου να γράψω ορισμένα από τα γνωστά του θαύματα εις δόξαν Θεού, και από ευλάβεια στον Άγιο Πατέρα, για να ελαττώσω  και  λίγο  την  αχαριστία  μου. 

Τα  θαύματα  του  Αγίου  Πατρός, που διηγήθηκαν Φαρασιώτες παλαιοί και νεώτεροι, είναι μόνον από όσα ενεργούσε η Χάρις του Θεού φανερά και δεν μπορούσαν να γίνουν εν τω κρυπτώ, γιατί η μυστική ζωή του Πατρός Αρσενίου μας είναι εντελώς άγνωστη.Όσοι  τον παρακολουθούσαν  με  περισσότερη  ευλάβεια  και  ενδιαφέρον, τα θυμόνταν ολοκληρωμένα – αναφέρω και τα ονόματα τους, για να μνημονεύωνται.Φυσικά θα μνημονεύωνται σιωπηλά και τα ονόματα όλων των Φαρασιωτών που μου διηγήθηκαν και αυτοί διάφορα θαύματα, αλλά δεν τα αναφέρω όλα, για να μην κουράζωνται οι αναγνώστες. Κυρίως παρέλειψα τις θεραπείες από τις ίδιες αρρώστιες που έγιναν σε πολλούς ανθρώπους. Όλα όμως σχεδόν τα στοιχεία ήταν και στις πληροφορίες του ψάλτη Προδρόμου Κορτσινόγλου, ο οποίος ήταν και ο κώδικας της βιογραφίας του χαριτωμένου Χατζεφεντή.

Επάνω σ΄έναν βράχο, μέσα σε μια σπηλιά ήταν ένα Εξωκλήσι της Παναγίας (σό Κάντσι). Οι Φαρασιώτες είχαν προεκτείνει προς τα έξω του βράχου σανιδένιο εξώστη για ευρυχωρία. Για να φθάσουν μέχρι εκεί, έπρεπε να ανεβούν σαράντα σκαλοπάτια σκαλιστά στον βράχο και άλλα εκατό είκοσι που είχαν φτιαγμένα με σανίδες. 

Σ’ αυτό λοιπόν το Εξωκλήσι είχε πάει να λειτουργήσει ο Πατήρ Αρσένιος και ο Πρόδρομος, ως συνήθως. Όταν τέλειωσε η Θεία Λειτουργία , ο Πατήρ βγήλε λίγο στον εξώστη. Εκεί που ακουμπούσε ξεκαρφώθηκε μια σανίδα και ο Πατήρ έπεσε κάτω στον γκρεμό. Ένας γεωργός που τον είδε από απέναντι να πέφει άφησε τα βόδια του στον ζυγό και έτρεξε, για να συμμαζέψει το σκορπισμένο του κορμί, όπως νόμιζε. Ο πρόδρομος δεν είχε καταλάβει τίποτε, γιατί ήταν μέσα στον Ναό και τον συγύριζε. Όταν λοιπόν έφθασε ο γεωργός εκεί κοντά στον γκρεμό κάτω, είδε το κορμί του  Πατρός Αρσενιίου ολόκληρο αλλά ακίνητο, και πήγε να το πιάσει. Ο Πατήρ όμως είπε στον γεωργό: «Μη μ’ αγγίζεις. Δεν έχω τίποτε.»

Έμενε ακίνητος ο Πατήρ, όχι γιατί είχε χτυπήσει, αλλά από μεγάλη συγκίνηση, διότι την ώρα που έπεφτε κάτω στον γκρεμό, τον πήρε στην αγκαλιά της μια Γυναίκα, τον κατέβασε και τον άφησε. Είχε νιώσει τον εαυτό του, όπως έλεγε, εκείνη την ώρα, σαν να ήταν μωρό παιδί στην αγκαλιά της μητέρας του. 

Σηκώθηκε λοιπόν μετά από την συγκίνηση εκείνη και ανέβηκε από τον γκρεμό και τα εκατόν εξήντα σκαλοπάτια, που μόνον αυτά συμπλήρωσαν πενήντα μέτρα ύψος, και πήγε ξανά στο Εξωκλήσι της Παναγίας και διηγήθηκε ότι έγινε στον Πρόδρομο, ο οποίος ήταν αφοσιωμένος στο συγύρισμα του Ναού και δεν είχε ακόμη καταλάβει τίποτε. Ο γεωργός επίσης πήγε μετά στα Φάρασα και το ομολογούσε.

(Θαύματα του Αγίου Αρσενίου)

(Μοναχού Παϊσίου Αγιορείτου, «Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης», εκδ. Ι.Ησυχαστηρίου Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, Σουρωτή, Θεσ/νίκης, 1η έκδοση 1975 - 30η έκδοση 2013, σ.37)

Παναγία Παραμυθία - Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδιου



Ανεβαίνοντας τη σκάλα που βρίσκεται στα αριστερά της κεντρικής πύλης του καθολικού της Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου υπάρχει  παρεκκλήσιο αφιερωμένο στην Παναγία την Παραμυθία. Μέσα σ’ αυτό μεταφέρθηκε μετά την τέλεση του θαύματος, που θα περιγράψουμε, η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, τοιχογραφία του 14ου αι. που βρισκόταν άλλοτε στη  δεξιά άκρη τοῦ εξωνάρθηκα.

Παλαιά υπήρχε η συνήθεια, βγαίνοντας οι πατέρες από το Καθολικό, μετά το τέλος της ακολουθίας του Όρθρου, να ασπάζονται την εικόνα της Παναγίας που υπήρχε στον εξωνάρθηκα. Εκεί ο Ηγούμενος έδινε τα κλειδιά της κλεισμένης για τις βραδυνές ώρες πύλης της Μονής στον θυρωρό για να ανοίξει.

Κάποια χρονιά, αρχές του 14ου αι., στις 21 Ἰανουαρίου, τελείωσε ο Όρθρος. Οι πατέρες αποσύρθηκαν στα κελλιά τους για να αναπαυθούν, μέχρι να αρχίσουν τα καθημερινά τους διακονήματα. Τότε θα ανοιγόταν και η πύλη της Μονής. Δεν γνώριζαν ότι έξω από αυτήν παραμόνευαν πειρατές,- τότε ήταν μάστιγα στο Αιγαίο πέλαγος-, που την είχαν περιλυκλώσει, έτοιμοι να εισβάλλουν για να καταστρέψουν τα πάντα.
Στο ναό βρισκόταν μόνος ο Ηγούμενος, αφοσιωμένος στην προσευχή του. Πετάχτηκε ξαφνικά ακούοντας μια φωνή, που δεν έμοιαζε με φωνή ανθρώπου. Έντρομος κοίταξε γύρω του. Δεν είδε κανένα. Έξάλλου κανένας δεν ήταν μέσα στό ναό. Και όμως κάποιος μίλησε. Συγκέντρωσε την προσοχή του και γεμάτος φόβο κατάλαβε ότι η φωνή προερχόταν από την εικόνα της Θεομήτορος. Με ευλάβεια τέντωσε το αυτί του για να ακούσει. Άκουσε τότε τη φωνή της Παναγίας να λέει: 

«Μην ανοίξετε σήμερα την πύλη της Μονής, αλλά αφού ανεβείτε στα τείχη, να διώξετε τους πειρατές».

Κατάπληκτος ο Ηγούμενος προσήλωσε τα μάτια του στην εικόνα της Θεοτόκου. Αντίκρυσε τότε ένα εκπληκτικό θαύμα.
Η μορφή της Παναγίας ήταν ζωντανή. Το βρέφος Ιησούς που κρατούσε στα χέρια της πήρε και αυτό ζωή. Κίνησε το δεξί του χέρι και έκλεισε το στόμα της αγίας Μητέρας του, στρέφοντας προς αυτήν το φωτεινό πρόσωπό του.
Μια γλυκιά παιδική φωνή ακούστηκε να λέει: 

«Μη,  Μητέρα μου, μην τους το λες. Άφησε τους να τιμωρηθούν, όπως τους αξίζει, γιατί αμελούν τα μοναχικά τους καθήκοντα».

Τότε η Κυρία Θεοτόκος με μεγάλη μητρική παρρησία  προς τον μονογενή Υιόν της, σήκωσε ελαφρά το χέρι, συγκράτησε το χεράκι του, έκλινε λίγο προς τα δεξιά το θείο της πρόσωπο και επανέλαβε πιο έντονα : 

«Μην ανοίξετε σήμερα την πύλη της Μονής, αλλά αφού ανεβείτε στα τείχη, να διώξετε τους πειρατές…Και κοιτάξτε να μετανοήσετε, γιατί ο Υιός μου είναι οργισμένος μαζί σας». Επανέλαβε δε και για τρίτη φορά την προειδοποίηση: «Σήμερα, μην ανοίξετε την πύλη της Μονῆς…». 

Μετά το διάλογο η Κυρία Θεοτόκος και το Πανάγιο Βρέφος της αποκαταστάθηκαν πάλιν σαν εικόνα.


Ο Ηγούμενος γεμάτος θαυμασμό συγκάλεσε όλους τους Πατέρες, διηγήθηκε σ’ αυτούς τα υπερφυσικά γεγονότα που συνέβησαν και τους επανέλαβε τα λόγια που είχε ακούσει από τα χείλη της Παναγίας και του Θείου Βρέφους προς την Μητέρα του.

Όλοι με κατάπληξη στράφηκαν προς το μέρος της θαυματουργού εικόνας. Και η κατάπληξη τους αυξήθηκε. Η παράσταση της εικόνας ειχε μεταμορφωθεί. Η σύνθεση μεταβλήθηκε ολοκληρωτικά και δεν έμοιαζε καθόλου με την παλαιά εικόνα. Διατηρήθηκε η μορφή όπως φαίνεται σήμερα. Η Παναγία να κρατά το χέρι του Χριστού κάτω από το στόμα της και να κλίνει το κεφάλι της δεξιά για να το αποφύγει. Η έκφραση του προσώπου της είναι γεμάτη απέραντη επιείκεια, αγάπη, συμπάθεια και μητρική στοργή. Ο Χριστός παρόλο που παριστάνεται ως βρέφος έχει αυστηρό πρόσωπο ως Κριτής.

Η εικόνα αυτή είναι πράγματι αχειροποίητος, διότι κατασκευάστηκε στη μορφή που είναι σήμερα, όχι από ανθρώπινο χέρι, αλλά από τη Χάρη του Θεού, μετά τη θαυματουργική επέμβαση της Παναγίας μας για τη διάσωση της Μονής. Ονομάστηκε «Παναγία Παραμυθία», δηλαδή Παρηγορήτρια. Και δικαίως· διότι όπως λένε οι προσκυνητές της Μονής, που δεν χορταίνουν να την βλέπουν, η θέα της γλυκιάς έκφρασης του προσώπου της Παναγίας ξεκουράζει, αναπαύει, γαληνεύει και παρηγορεί τη ψυχή του ανθρώπου.
Με το θαύμα αυτό φανερώνεται για άλλη μια φορά η μητρική παρρησία της Θεοτόκου στο να μεσιτεύει για τις αμαρτίες των ανθρώπων «προς τον Υιόν και Θεόν της» και οι σωτήριες πρεσβείες της με τις οποίες απαλάσσονται από τα δεινά που δίκαια τους αξίζουν για το πλήθος των αμαρτιῶν τους.

Η εικόνα μεταφέρθηκε στο ιδιαίτερο παρεκκλήσιο της Παραμυθίας. Μπροστά σ’ αυτήν οι μοναχοί διατηρούν ακοίμητο κανδήλι, ψάλλουν καθημερινά Παράκληση και τελείται κάθε Παρασκευή Θεία Λειτουργία. Παλαιότερα υπήρχε η συνήθεια οι κουρές των μοναχών να γίνονται σ’ αυτό το παρεκκλήσιο.

Με αυτή την εικόνα συνδέεται και ο βίος του Ὁσίου Νεοφύτου, ο οποίος διετέλεσε «προσμονάριος», δηλαδή φύλακας και διακονητής του παρεκκλησίου  της  Παραμυθίας.
Ο Ὅσιος βρισκόταν σε αποστολή και υπηρεσία εκ μέρους της Μονής για ένα χρονικό διάστημα σε κάποιο μετόχι της, στην Εύβοια. Εκεί αρρώστησε βαρειά. Παρακάλεσε τότε την Παναγία να τον αξιώσει να πεθάνει στη μονή της μετανοίας του. Άκουσε αμέσως τη φωνή της Παναγίας να του λέει: «Νεόφυτε, πήγαινε στη μονή σου και μετά από ένα χρόνο να ετοιμασθείς για την έξοδο σου από τη ζωή». Ευχαριστώντας θερμά την Παναγία ο Όσιος για την παράταση της ζωής που του δόθηκε, είπε στον υποτακτικό του να ετοιμασθούν για την επιστροφή στη μονή.


Πράγματι, μετά την παρέλευση ενός έτους, μια μέρα αφού κοινώνησε τα άχραντα μυστήρια, ανεβαίνοντας τη σκάλα μπροστά από το παρεκκλήσιο της Παραμυθίας, άκουσε πάλι τη φωνή της Παναγίας: «Νεόφυτε, ο καιρός της εξόδου σου έφθασε». Όταν πήγε στο κελλί του αδιαθέτησε και αφοῦ έλαβε συγχώρηση από όλους τους πατέρες της αδελφότητας, παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο.

Πηγή: https://plus.google.com/+ArgyAris

Η Παναγία μεσιτεύει ακατάπαυστα για όλους μας.



Όλα τα βλέμματα και οι καρδιές, τούτες τις ημέρες, ικετευτικά, παρακλητικά στρέφονται στο καλοκαιριάτικο αυγουστιανό Πάσχα. Τον Δεκαπενταύγουστο . Στον ζωηφόρο θάνατο, στην αθάνατη Κοίμηση της Κυρίας Θεοτόκου. Συντονισμένα και τα πόδια μας –έστω και βαρυφορτωμένα από την ένοχη συνείδησή μας, την οικονομική δυσπραγία και τα όποια ασήκωτα βάρη της καθημερινότητας-μας οδηγούν ανεπίστροφα μπροστά στην θαυματουργική εικόνα, για να αποθέσουμε στα αγιασμένα πόδια της τον οφειλόμενο σεβαστικό ασπασμό μας. Για να δροσίσουμε τα φρυγμένα από το κακό και την αμαρτία χείλη μας και να δηλώσουμε αμετάκλητα την αγάπη μας στην τόσο πονεμένη αλλά και πληγωμένη από τα δικά μας λάθη, τα δικά της  παιδιά, Θεομάνα. 

Ελάτε λοιπόν χρεωστικά να υμνήσουμε και κυρίως να τιμήσουμε «την Θεοτόκο και Μητέρα του φωτός». H Δαμασκηνή θεολογία πανέμορφα μας υπενθυμίζει πως « ουδείς κατ’ αξίαν της Θεομήτορος την ιεράν εκδημίαν ευφημήσαι δυνήσεται-επειδή- αύτη θεσμόν εγκωμίων υπέρκειται».  Ο ίδιος Πατέρας ομολογεί πολύ παρήγορα πως δεν υπάρχει πτυχή, λεπτομέρεια ζωής, την οποία να μη γνωρίζει η Θεοτόκος και να μην μπορεί να δώσει ανάσα ζωής και ελπίδα σωτηρίας.

 Ο αγιορείτικος μοναχισμός νιώθει βαθύτατο συγκλονισμό στο να την επικαλείται και να μην την αφήνει ήσυχη «υπέρ πάσης ψυχής  θλιβομένης τε και καταπονουμένης». Η Παναγία δεν ξεκουράζεται, αναπαύεται στην υπέρ των τέκνων της κόπωση, γι’ αυτό και ποτέ δεν χαμηλώνει τα δεόμενα πανάχραντα χέρια της. Η Παναγία επανέρχεται συχνά μέσα στην ανθρώπινη ιστορία κυρίως ως μητέρα. Και μία καλή μητέρα ξέρει ν’ ακούει, να πονά και ν’ αγαπά. (γ. Μωϋσής).

Είναι αδίστακτη η πίστη όλων μας, ότι η Υπεραγία Θεοτόκος μετέχει στη δόξα του Υιού της, συμβασιλεύει μαζί του διευθύνει κοντά στο πλευρό του τις τύχες και όλα τα γεγονότα της Εκκλησίας και του κόσμου που εκτυλίσσονται μέσα στο χρόνο, μεσιτεύει «ημέρας και νυκτός» για όλους μας προς Εκείνον, ο οποίος θα έρθει να κρίνει τον κόσμο.
Ο  π. Θεόκλητος Διονυσιάτης στοχάζεται : « Εκείνη έχει το πλήθος των πολλών οικτιρμών. Έχει πολλή αγάπη στο ανθρώπινο γένος, προπάντων στους αμαρτωλούς. Ο Υιός της παίρνει μεγάλη χαρά, όταν τον παρακαλεί η Μητέρα του, διότι θέλει να σώσει τον άνθρωπο. Δια τούτο και μόνο έφερε την Μητέρα του και μας την εχάρισε, για να την έχουμε μέσον προς σωτηρίαν.»

Θαυμάζοντας το μεγαλείο της ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφωνεί: «Πού ημπορώ εγώ να απαριθμώ όλα τα μεγαλεία όσα εποίησεν ο Θεός εις την Αειπάρθενον; Αυτά είναι άπειρα κατά το μέγεθος και αναρίθμητα κατά το πλήθος. Και αν ήταν δυνατόν να ενωθούν όλοι όσοι εσώθησαν με τον άσπορον Τόκον της, και να γίνουν ένα στόμα και μία γλώσσα πάλιν δεν ήθελαν δυνηθή να αριθμήσουν τα μεγαλεία της Θεοτόκου και να τα εγκωμιάσουν  κατά την αξίαν τους…».

Η εποχή μας φαίνεται να είναι η εποχή της μεγάλης αποστασίας και πραγματικά αντίχριστες οι ημέρες που ζούμε, αφού οι κυβερνήτες μας «έδιωξαν» κυριολεκτικά από την αγκαλιά της Θεομήτορος, Αυτόν που βαστάζει τα πάντα. Με τον τρόπο αυτό εξορίζεται ο Χριστός από την κατ’ εξοχήν  δική Του ημέρα, την Κυριακή, για να μην ακούν την κυριακάτικη καμπάνα και τους θυμίζουν ενοχές.

Και όμως όλοι αυτοί θα τρέξουν να δώσουν ανερυθρίαστα το παρόν στην μεγάλη γιορτή της Κοίμησης της Θεοτόκου, όχι από ευλάβεια αλλά και πάλι για εμπορία ψήφων και κάλυψη ενόχων κατατρεγμών συνειδήσεων. Η Κυρία Θεοτόκος όμως αποστρέφει το πρόσωπό της από όσους «ύβρισαν» τον Υιόν της, και να θυμηθούμε τους σοφούς λόγους του γέροντος Παϊσίου ότι «θα δουλέψουν οι πνευματικοί νόμοι»!

Όσοι πιστοί ορθόδοξοι «προσέλθωμεν τω τάφω της Θεομήτορος»! Να γονατίσουμε ικετευτικά, να προσκυνήσουμε λατρευτικά, να υμνήσουμε δοξολογικά και ταπεινά να παρακαλέσουμε την Κυρία Θεοτόκο να πρεσβεύει για κάθε ψυχή πονεμένη, πικραμένη και παραπονεμένη, και για τούτη την πολυβασανισμένη πατρίδα μας Ελλάδα.

Σαββίδης Παύλος, Θεολόγος
π. Θεόκλητος Διονυσιάτης
Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης

Γ. Μωυσής

Πηγη: www.diakonima.gr , http://yiorgosthalassis.blogspot.com

Η Κοίμηση της Θεοτόκου. Μετάβαση προς την Ζωή - Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης



Κάθε φορά που εορτάζουμε την Κοίμηση της Θεοτόκου είναι σαν να έχουμε Πάσχα· το Πάσχα του καλοκαιριού. Πάσχα μάς ετοιμάζει η Κυρία Θεοτόκος. Διάβαση ένδοξη «εκ του θανάτου εις την ζωήν». Δεύτερο Πάσχα, άγιο, άμωμο, ζωοποιό για το ανθρώπινο γένος, γιατί πράγματι σήμερα «νενίκηνται της φύσεως οι όροι».

«Πώς η πηγή της ζωής πηγαίνει προς την ζωή περνώντας από τον θάνατο!», αναφωνεί ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Ο θάνατος της «ζωαρχικής Μητρός» του Κυρίου υπερβαίνει την έννοια του θανάτου, ώστε δεν ονομάζεται κάν θάνατος, αλλά «κοίμησις» και «θεία μετάστασις» και εκδημία ή ενδημία προς τον Κύριο. Και αν ακόμη λεχθεί θάνατος, όμως είναι θάνατος ζωηφόρος, αφού μεταβιβάζει σε ουράνια και αθάνατη ζωή.

Η μετάσταση της Θεοτόκου ως ένα γεγονός αναμφισβήτητο, που διασώθηκε από την ιερά Παράδοση, έχει ενσωματωθεί στην διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας και δεν έχει σχέση με τις ευσεβιστικές δοξασίες των Δυτικών περί ασπόρου συλλήψεως και άνευ θανάτου ζωής της Θεοτόκου.

Η Παρθένος ήταν εκείνο το ιδιαίτερο δημιούργημα του Θεού που υπερέβη όλους τους ανθρώπους και αγγέλους. Αυτή μόνη από τους ανθρώπους έζησε βίο πανάμωμο, και το ακατάληπτο για όλα τα λογικά όντα, κατέστη Μητέρα του Θεού. Επειδή δεν είχε ποτέ αμαρτήσει, δεν υποχώρησε σε κάποιο φιλήδονο λογισμό δικαίως και δεν έζησε επί της γής με οδύνες της σαρκός, με ασθένειες. 

Αν και είχε σώμα ζωαρχικό εν τούτοις ως άνθρωπος υπέρχεται στην ασθένεια του θανάτου και πεθαίνει. Χωρίς όμως να χωρισθεί η ψυχή και το σώμα Της από τον Θεό· λύνεται προσωρινά ο σύνδεσμος που τα ενώνει μεταξύ τους, όπως είχε γίνει και με τον Χριστό. Μετά τον θάνατο η ψυχή Της ενώνεται αμέσως με τον Χριστό. 

Διότι ο Κύριος κατά την ώρα της Κοιμήσεως της Μητέρας Του συνοδευόμενος από τα υπερκόσμια τάγματα των αγγέλων και αγίων παίρνει την ιερά ψυχή Της όχι απλώς στον ουρανό, αλλά «έως αυτού του βασιλικού θρόνου Του, εις τα επουράνια Άγια των Αγίων», όπως αναφέρει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Ενώ το ζωαρχικό και θεοδόχο σώμα της Παναγίας μετά από τρεις ημέρες μετατίθεται στους υπερουρανίους χώρους, άφθαρτο, προς τον Μονογενή και αγαπημένο Υιό Της. Δηλαδή μπορούμε να μιλήσουμε και για εν σώματι ανάσταση της Θεοτόκου. Ανάσταση όμως που δεν ενεργήθηκε από την ίδια, αλλά από τον Υιό και Θεό Της.

Μάρτυρας αυτής της αναστάσεως-μεταστάσεως της Θεοτόκου είναι ο απόστολος Θωμάς, ο οποίος δεν παρευρισκόταν στην οσία ταφή Της, αλλά ερχόμενος καθυστερημένος ως συνήθως, μετά από τρεις ημέρες, και μετά από παράκλησή του ανοίγουν οι υπόλοιποι απόστολοι τον τάφο και δεν βρίσκουν το θεοδόξαστο εκείνο σώμα. Βλέπουν όμως την Θεοτόκο να ανεβαίνει στους ουρανούς και να παραδίδει στον απόστολο Θωμά την Τιμία και Αγία Της Ζώνη ως τεκμήριο της μεταστάσεώς Της, κάτι αντίστοιχο που είχε γίνει και με την ψηλάφηση του Κυρίου από τον ίδιο απόστολο.

ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΣ ΠΟΡΤΑΪΤΙΣΣΑΣ




Ο ΠΕΙΝΑΣΜΕΝΟΣ ΟΔΟΙΠΟΡΟΣ

Τον παλαιό καιρό ένας οδοιπόρος ξεκίνησε από την έρημο του Άθωνος και οδοιπορώντας όλη την ήμερα, το απόγευμα έφτασε στη Μονή των Ιβήρων. Επειδή βιαζόταν, δεν μπήκε μέσα. Ζήτησε μόνο λίγο ψωμί από τον πορτάρη, ο όποιος δεν του έδωσε, και νηστικός και πικραμένος συνέχισε την πορεία του προς τις Καρυές. Σε 20 περίπου λεπτά από τη Μονή κάθισε ο οδοιπόρος σε μία πέτρα να ξεκουραστεί λίγο αναλογιζόμενος το γεγονός με δάκρυα και στενάζων κατά του πορτάρη. Τότε άκουσε βήματα, σηκώνει το κεφάλι και βλέπει μία σεμνή γυναίκα, που κρατούσε στην αγκαλιά της ένα παιδί.



Τον πλησιάζει και τον ρωτάει με συμπονετικό ύφος: «τι έχεις και κλαις; μήπως είσαι άρρωστος;» «Όχι» άπαντα ο οδοιπόρος, «δεν είμαι άρρωστος, αλλά πεινάω ζήτησα από τον πορτάρη των Ιβήρων λίγο ψωμί και δεν μου έδωσε». Η Γυναίκα του λέει: μη λυπάσαι, τέκνον, κατά του θυρωρού, διότι θυρωρός της Μονής των Ιβήρων είμαι εγώ. Πάρε αυτό το φλουρί, γύρισε στο Μοναστήρι και αγόρασε με αυτό ψωμί κι εγώ θα σε περιμένω εδώ. Ο οδοιπόρος πείθεται και επιστρέφει στο Μοναστήρι, βρίσκει τον πορτάρη και ζητεί ν' αγοράσει ψωμί δίνοντας και το φλουρί, που καθώς είπε του το δώρισε μια γυναίκα.
Όταν ο πορτάρης άκουσε για γυναίκα σαν να κατάλαβε, και μόλις είδε και το φλουρί θαύμασε και έσπευσε να χτυπήσει την καμπάνα να συναθροισθούν οι Πατέρες και να τους αναφέρει το συμβάν. Συγκεντρώθηκαν οι Πατέρες και μόλις άκουσαν το παράδοξο γεγονός έμειναν κατάπληκτοι. Διαπίστωσαν ότι το φλουρί που έφερε ο οδοιπόρος ήταν από παλιά αφιερωμένο στην Εικόνα της Πορταΐτισσας, το οποίο με πολλή ευλάβεια ξανατοποθέτησαν και πάλι προ της αγίας Εικόνας. Αμέσως όλοι μαζί πήγαν στον τόπο της εμφανίσεως της γυναίκας, 20 λεπτά απ' το Μοναστήρι προς τις Καρυές, και δεν βρήκαν κανένα. Σε ανάμνηση του θαύματος έστησαν εκεί ένα μικρό προσκυνητάρι.
Κατά το 1960 ο Ιερομόναχος Μάξιμος Πνευματικός Ιβηρίτης ανήγειρε ναΰδριο στον τόπο εκείνο του θαύματος προς τιμήν της Πορταΐτισσας Θεοτόκου. Εδώ ερχόταν ο Γέροντας κάθε δειλινό και άναβε το καντήλι στην Εικόνα της αναπαράστασης του θαύματος κάτω απ' το δέντρο. Μια βραδιά ακούει φωνή απ' την Εικόνα: «θέλω εκκλησία εδώ». Ξαφνιάστηκε, σταυροκοπήθηκε και δεν είπε τίποτα, μήπως ήταν ιδέα του. Την άλλη βραδιά πάλι τα ίδια. και τρίτη φορά ακούστηκε η φωνή και ο Γέροντας απάντησε «δεν μπορώ» και η Παναγία του είπε: «θα σε βοηθήσω εγώ». Τότε ο Γέροντας κουβάλησε δυο χρόνια πέτρες απ'  το ποτάμι, καθάρισε τον τόπο απ'  τα βάτα και τ' άγρια ξύλα, ο μάστορας δούλεψε πρόθυμα και έγινε ένα ωραιότατο εκκλησάκι που οι ξένοι επισκέπτες δεν χορταίνουν να το βγάζουν φωτογραφίες.

O ΑΓΙΟΣ ΒΑΡΒΑΡΟΣ

Σύμφωνα με τις ιστορικές παραδοσιακές πληροφορίες, η μεγάλη σε μέγεθος εικόνα της Πορταΐτισσας, η οποία φέρει κάτω από τη δεξιά σιαγόνα τραύμα με ξηραμένο αίμα, κτυπήθηκε με το ξίφος ενός Άραβα, ο οποίος ονομαζόταν Ραχάι και ήταν αρχηγός ενός πειρατικού στόλου. Όταν ο στόλος αυτός έπλευσε στη θάλασσα των Ιβήρων, ο Ραχάι έστειλε πειρατές, να κουρσέψουν τη Μονή. Αυτοί όμως δεν μπόρεσαν να πραγματοποιήσουν την εντολή του αρχηγού τους, διότι εμποδίστηκαν από μία Γυναίκα και γύρισαν στα πλοία τους άπρακτοι.
Όταν ο Ραχάι άκουσε τη δικαιολογία των συντρόφων του, τους ονείδισε και αμέσως έτρεξε εναντίον της Μονής κραδαίνοντας το ξίφος του. Όταν είδε την αγία εικόνα της θείας Πορταΐτισσας, με θυμό τη χτύπησε με το ξίφος του. Από την πληγή άρχισε να ρέει άφθονο αίμα, που τον περιέλουσε. Στη θέα του αίματος από το φρικτό θαύμα, άρχισε να τρέμει, και μετανοώντας για την ασέβεια του ζήτησε συγχώρηση. Κατόπιν βαπτίστηκε και έγινε μοναχός και κλαίγοντας για το αμάρτημά του».

Τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του έμεινε εμπρός στην αγία εικόνα και πρόσφερε τις υπηρεσίες του στο ναό της Πορταΐτισσας. Παρακαλούσε δε τους αδελφούς της μονής Ιβήρων, να μη τον αποκαλούν με το ασκητικό του όνομα Δαμασκηνό, αλλά «Βάρβαρο», άξεστο, βάναυσο. Ο Άγιος Βάρβαρος τόσο πολύ πρόκοψε στην αρετή, ώστε ύστερα από το θάνατό του έδειξε σημεία αγιότητας. Μέχρι σήμερα ονομάζεται «άγιος Βάρβαρος», εορτάζει στις 15 Μαΐου. Το λείψανό του, κατά την ανακομιδή, βρέθηκε ακέραιο και απέπνεε άρωμα. Το έκλεψαν οι Λατίνοι, μαζί με χίλια άλλα λείψανα της Μονής.

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑΣ

Το 1651 Ιβηρίτες μοναχοί δοκίμαζαν οικονομική στενότητα, γι’ αυτό ανέθεσαν στη Θεοτόκο να μεριμνήσει για τη συντήρησή τους. Αμέσως η φιλόστοργη Μητέρα έτρεξε για εξεύρεση πόρων με το ακόλουθο χαριτωμένο θαύμα.
Εκείνη την περίοδο ήταν βαριά άρρωστη η κόρη του τσάρου της Ρωσίας Αλεξίου Μιχαήλοβιτς. Τα πόδια της ήταν παράλυτα και για τους γιατρούς αθεράπευτα.
Τη θλίψη της πριγκίπισσας και των βασιλέων γονέων της έρχεται τώρα να μεταβάλει σε χάρη η θαυματουργή Πορταΐτισσα. Παρουσιάζεται μια νύχτα στον ύπνο της, κι αφού της έδωσε θάρρος και υποσχέθηκε να τη θεραπεύσει της λέει:
– Να πεις στον πατέρα σου να φέρει από την μονή των Ιβήρων την εικόνα μου την Πορταΐτισσα.
Το πρωΐ η άρρωστη διαβίβασε την εντολή κι αμέσως ξεκίνησε έκτακτη αποστολή, για να μεταφέρει στους Ιβηρίτες μοναχούς την επιθυμία του τσάρου. Εκείνοι φοβήθηκαν μήπως η εικόνα δεν επιστραφεί, και αποφάσισαν να στείλουν ένα πιστό αντίγραφο με τιμητική συνοδεία τεσσάρων ιερομονάχων.
Μόλις μαθεύτηκε ο ερχομός της σεπτής εικόνας στη Μόσχα, η πόλη άδειασε. Όλοι, βασιλείς και λαός, έτρεξαν να την προϋπαντήσουν. Στ’ ανάκτορα όμως η πριγκίπισσα κοιτόταν στο κρεβάτι, χωρίς να γνωρίζει τίποτε. Κάποια στιγμή ζήτησε τη μητέρα της και τότε πληροφορήθηκε το μεγάλο γεγονός.
– Τι; φώναξε. Έρχεται η Παναγία, κι εμένα μέ άφησαν εδώ;
Πήδηξε αμέσως από το κρεβάτι, ντύθηκε και έτρεξε να υποδεχθεί κι εκείνη την Παναγία. Ο κόσμος είδε την παράλυτη πριγκίπισσα και τα έχασε. Η συγκίνηση κορυφώθηκε, όταν από την άλλη μεριά έφθασε η αγία εικόνα κι έγινε η τελετή της υποδοχής και της προσκυνήσεως.
– Μεγαλειότατε, είπαν οι απεσταλμένοι, προσφέρουμε τη σεπτή αυτή εικόνα σαν δώρο στο ευσεβές ρωσικό έθνος.
– Σας ευχαριστώ, είπε συγκινημένος ο τσάρος. Σε ένδειξη της ευγνωμοσύνης μου σας παραχωρώ μία από τις καλύτερες μονές της πρωτεύουσας, τον άγιο Νικόλαο. Επίσης ετήσιο επίδομα από 2.500 ρούβλια, ατέλεια σε ότι εισάγετε στην χώρα μου, καθώς και δωρεάν μετακίνηση των απεσταλμένων σας.
Το μετόχι αυτό παρέμεινε στην κυριότητα της μονής Ιβήρων μέχρι το 1932 και της εξασφάλιζε τόσα έσοδα, ώστε κάλυπτε όλες σχεδόν τις υλικές της ανάγκες.


Η ΚΑΝΔΗΛΑ ΤΗΣ ΠΟΡΤΑΪΤΙΣΣΑΣ ΑΝΤΙΔΟΤΟ ΔΗΛΗΤΗΡΙΟΥ

Στη σεβάσμια μονή των Ιβήρων, κατά την ετήσια αγρυπνία της πανήγυρης της σεπτής εικόνας της Παναγίας Πορταΐτισσας (15 Αυγούστου), είχε κληθεί να ψάλει ο περίφημος Ρουμάνος μουσικός και καλήφωνος Νεκτάριος, ο λεγόμενος Βλάχος. Η μονή, για να τιμήσει τον επισκέπτη, όπως ήταν συνήθεια, του παραχώρησε το δεξιό αναλόγιο. Αυτό δεν άρεσε στους ψάλτες της μονής, οι οποίοι ήθελαν να επιδείξουν τη μουσική τους κατάρτιση και τις ψαλτικές τους ικανότητες. Γι' αυτό δυσαρεστήθηκαν. Παρακινούμενοι από φθόνο του διαβόλου, σκέφτηκαν την εξόντωση του Ρουμάνου ψάλτου. Έτσι, κάποιος από αυτούς, έριξε δηλητήριο στο ποτό του.
Ο ευλογημένος αυτός μοναχός Νεκτάριος, μόλις αισθάνθηκε τους πρώτους πόνους από την επίδραση του δηλητηρίου, αντελήφθη τι είχε συμβεί. Οπλισμένος με ακράδαντη πίστη στο Θεό και την εορτάζουσα Παναγία Πορταΐτισσα, αμέσως έτρεξε στη θαυματοποιό Παναγία, πήρε το κανδήλι Της και ήπιε ολόκληρο το περιεχόμενό του και με πολύ πόνο ψυχής είπε: «Παναγία μου, σώσε με. Με δηλητηρίασαν».
Η ταχεία αντίληψη και έτοιμη βοηθός και ιατρός των νοσούντων, Κυρία Θεοτόκος, άκουσε τον πιστό δούλο Της, προσέτρεξε και τον θεράπευσε. Ο ίδιος αργότερα ομολογούσε: «Ποτέ δεν έψαλα τόσο καλά στην Παναγία, με τόσο καθαρό λαρύγγι και ψυχική διάθεση, καθώς την τραγική εκείνη αγρυπνία της σώτειράς μου Παναγίας Πορταΐτισσας».

Πηγη: http://users.sch.gr/aiasgr/Theotokos_Maria/Istorikes_eikones/Panagia_h_Portaitissa.htm

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΗΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΤΗΣ «ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΞΕΝΙΑΣ»


Η Παναγία της Ξενιάς, είναι φτιαγμένη από κερί και μαστίχα, το «κηρομάστιχο», που φαίνεται ότι χρησιμοποιήθηκε από τα πρώτα χριστιανικά χρόνια ενώ σύμφωνα με την λαϊκή παράδοση, είναι έργο του Ευαγγελιστή Λουκά και βρέθηκε με θαυμαστό τρόπο στην παραλιακή περιοχή της «Λάκα Παναγιάς» στο σημερινό χωριό Αχίλλειο της Μαγνησίας, γύρω στα 850.


Η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Ξενιάς
Στη «Λάκα Παναγιά», μία μικρή χερσονησίζουσα εδαφική γλωσσίδα, υπήρχε τότε μία χριστιανική εκκλησία και άλλα κτίσματα γύρω της, επάνω σε ερείπια αρχαιοελληνικών λατρευτικών ιερών προς τιμήν της θεάς Δήμητρας και του θεού Ποσειδώνα.




Το Αχίλλειο Μαγνησίας σε φωτογραφία προπολεμικά. Εδώ βρέθηκε η εικόνα το 850
Οι κάτοικοι και οι κληρικοί της περιοχής πήραν την εικόνα της Παναγίας και την τοποθέτησαν στην εκκλησία τους και την «Παναγιά» αυτή, πού ξαφνικά ήρθε στα μέρη τους, την ονόμασαν «Παναγία Ξενιά», επειδή ήρθε από τα «ξένα».

Το γραφικό παράλιο χωριό Αχίλλειο σήμερα.

Έτσι έγινε εκεί ένα μοναστήρι, το Μοναστήρι της «Λάκα Παναγιάς», πού πήρε και την ονομασία «Μοναστήρι Παναγίας Ξενιάς» και εκεί η εικόνα της «Παναγίας Ξενιάς» έμεινε 250 περίπου χρόνια μέχρι κάπου στα 1210.


Οι συχνές πειρατικές επιδρομές αλλά και η εχθρική ατμόσφαιρα που δημιουργούσε στην περιοχή η καταλυτική και δυναμική παρουσία των καθολικών Βενετών και των φανατικών καθολικών μοναχών του Τάγματος των Ιωαννιτών Ιπποτών τους αλλά και των αδελφών Αλμπερτίνου και Ρολανδίνου Κανόσα ανάγκασαν τους ορθόδοξους μοναχούς να εγκαταλείψουν το Μοναστήρι τους στη «Λάκα Παναγιά» και να χτίσουν άλλο στο μεγάλο και απόμερο δασόκτημά τους «Κουκλιάς», στο οποίο έμειναν μέχρι το 1350 περίπου οπότε μετακόμισαν στην Παναγία Κισσιώτισσα (Μονή Άνω Ξενιάς).


Το μεγαλοπρεπές προσκυνητάρι της θαυματουργής
εικόνας, στην Μονή Κάτω Ξενιάς

Η «Παναγία Ξενιά» ήταν μία εικόνα με τεράστια φήμη εξ αιτίας του θαυμαστού τρόπου με τον οποίο έφτασε στην περιοχή αλλά και εξ αιτίας των πολλών θαυμάτων που αποδίδονταν σε αυτή, κουβαλώντας μια τέτοια μεγάλη φήμη μαζί της η «Παναγία Ξενιά» έφτασε στην «Παναγία Κισσιώτισσα». Η μεγάλη αυτή φήμη της επισκίασε την φήμη της επίσης θαυματουργής εφέστιας εικόνας της Παναγίας Κισσιώτισσας που υπήρχε ήδη στο μοναστήρι και βαθμηδὸν το Μοναστήρι αντί «Μοναστήρι Παναγίας Κισσιώτισσας» άρχισε να ακούγεται και να γίνεται γνωστό ως «Μοναστήρι Παναγίας Ξενιάς».


Η μονή Άνω Ξενιάς – Κισσιώτισας που μεταφέρθηκε η εικόνα
από τους μοναχούς της Μονής Κουκλιάς το 1350

Η ονομασία, ωστόσο, «Μοναστήρι Παναγίας Ξενιάς», ουδέποτε δόθηκε επίσημα από κάποια υπεύθυνη και αρμόδια αρχή και ουδέποτε πάρθηκε κάποια σχετική απόφαση του αρμόδιου ηγουμενοσυμβουλίου για την μετονομασία.

Το επίσημο ηγουμενοσυμβούλιο του Μοναστηριού χρησιμοποιούσε πάντοτε την ονομασία «Ιερά Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου» και είχε και σφραγίδα «Ιερά Μονή Παναγίας Κισσιωτίσσης», της οποίας σφραγίδας σήμερα σώζονται μόνο αποτυπώματα.

Αλλά και οι πολιτικές και δημοτικές αρχές της περιοχής του Αλμυρού, καλοί γνώστες της ιστορίας και της πραγματικότητας, την ονομασία «Μονή Παναγίας Κισσιωτίσσης» χρησιμοποιούσαν στην αλληλογραφία τους, όταν αναφέρονταν σε αυτό το μοναστήρι και μόνο οι ξένοι επισκέπτες του μοναστηριού και οι αρχές άλλων τόπων, όχι οι ντόπιες, χρησιμοποιούσαν την επικρατέστερη σήμερα ονομασία «Μοναστήρι Παναγίας Ξενιάς».


Γύρω στα 1850 η εικόνα της Παναγίας Ξενιάς μεταφέρθηκε στο μετόχι του Μοναστηριού «Άγιος Νικόλαος», που είναι γνωστό σήμερα ως «Παλιά Κάτω Ξενιά».


Το μετόχι της Μονής Ανω Ξενιάς, «Άγιος Νικόλαος», που
είναι γνωστό σήμερα ως «Παλιά Κάτω Ξενιά» και που
καταστράφηκε από σεισμό το 1980

Η εικόνα «Παναγία Ξενιά» είχε παραμείνει στο Μοναστήρι της Παναγίας Κισσιώτισσας επί πέντε περίπου αιώνες, από το 1350 μέχρι το 1850. Από τότε, το 1850, το μετόχι Άγιος Νικόλαος άρχισε να λέγεται «Μοναστήρι Παναγίας Ξενιάς» και επειδή και το Μοναστήρι της Παναγίας Κισσιώτισσας λεγόταν «Μοναστήρι Παναγίας Ξενιάς» για να διακρίνονται μεταξύ τους λέγονταν «Κάτω Μοναστήρι Παναγίας Ξενιάς» και «Πάνω Μοναστήρι Παναγίας Ξενιάς», δεν ήταν δηλαδή δύο ξεχωριστά και ανεξάρτητα μεταξύ τους μοναστήρια αλλά μόνο δύο απομακρυσμένα μεταξύ τους κτιριακά συγκροτήματα ναών και κελιών, το «Πάνω» και το «Κάτω», ενός και μόνο μοναστηριού.


Μετά τους καταστρεπτικούς σεισμούς του 1980 στην περιοχή του Αλμυρού Βόλου, άρχισε να χτίζεται το νέο Μοναστήρι στο λόφο «Καστράκι» πολύ κοντά στο μοναστήρι που καταστράφηκε, το οποίο ονομάστηκε επίσης «Μοναστήρι της Παναγίας Ξενιάς» και η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Ξενιάς μεταφέρθηκε εκεί και αποτελεί σήμερα ένα υπέρ πολύτιμο θησαυρό της.


Η γυναικεία μονή Παναγίας Κάτω Ξενιάς, σήμερα

Έτσι σήμερα έχουμε δύο ξεχωριστά μοναστήρια «Παναγίας Ξενιάς», το «Πάνω» και το «Κάτω» ή την «Ανδρώα Μονή Παναγίας Ξενιάς» και την «Γυναικεία Μονή Παναγίας Ξενιάς», αν και η ονοματοδότρα εικόνα είναι μία και μόνη, η εικόνα «Παναγία Ξενιά» που βρίσκεται στην Γυναικεία Μονή Παναγίας Ξενιάς, η οποία είναι και η μόνη που δικαιούται και νομιμοποιείται να έχει την ονομασία αυτή.



Παναγία Προυσιώτισσα: Η Ιερά Εικόνα και η Ιστορία της



Τον καιρό που βασίλευε ο εικονομάχος Θεόφιλος στην Κωνσταντινούπολη, άρχισε μεγάλο διωγμό κατά των Αγίων εικόνων και έστειλε βασιλικές διαταγές σε κάθε πόλη και χώρα, διατάζοντας τους ορθόδοξους και ...
απειλώντας τους με βασανιστήρια και εξορίες για να κατεβάσουν τις Αγίες εικόνες και να τις κάψουν ή να τις καταστρέψουν. Όσοι πείθονταν σε αυτή τη βασιλική διαταγή έπαιρναν αξιώματα και τιμές όσοι όμως αρνούνταν να καταστρέψουν τις Αγίες εικόνες τότε τους εκτελούσε είτε με απάνθρωπα βασανιστήρια είτε τους εξόριζε.


Εκείνη την εποχή το 829 μ.Χ η σεβάσμια εικόνα της Παναγίας βρισκόταν σε μια πόλη της Τουρκίας, στην Προύσα της Μικράς Ασίας. Όπως τιμούσαν την Αγιά Σοφιά στην Κωνσταντινούπολη, έτσι ακριβώς οι πιστοί τιμούσαν τον ναό που βρισκόταν η ιερή εικόνα της Παναγίας. Αφού έπεσε βασιλική διαταγή να καταστραφούν όλες οι ιερές εικόνες ένα αρχοντόπουλο, γιος ενός άρχοντα της βασιλικής αυλής, κινούμενος από θείο ζήλο και βλέποντας τα θαύματα που καθημερινά έκανε η εικόνα της Παναγίας δεν θέλησε να υπακούσει στην διαταγή αυτή και να καταστρέψει την θαυματουργή εικόνα.

Αυτός λοιπόν ο ευσεβής νέος πήρε την εικόνα αυτή και κατέφυγε στα μέρη της Ελλάδας όπου θα μπορούσε να ησυχάσει από τους μανιώδους αιρετικούς. Ενώ ο νέος αυτός είχε κατέβει με την ιερή εικόνα ως την Καλλίπολη της Θράκης άγνωστο πώς η εικόνα χάθηκε. Ποιος μπορεί να περιγράψει τα δάκρυα και την πίκρα του αρχοντόπουλου, χτυπιόταν και οδυρόταν και αναστενάζοντας συνεχώς έκλεγε πιστεύοντας ότι η εικόνα εξαφανίστηκε λόγω της αμαρτωλότητάς του. Αφού έμεινε αρκετές μέρες κλαίγοντας είπε στον εαυτό του: « Παρόλο που η Κυρία μου Θεοτόκος θέλησε να φυλάξει μόνη Της την αγία Εικόνα, εγώ δεν γυρίζω πίσω στην πατρίδα μου γιατί δεν μπορώ να βλέπω να καταστρέφουν τις Αγίες εικόνες και να καταπατούν τα Άγια σύμβολα της Εκκλησίας μου ». Με αυτούς τους λογισμούς ήρθε και κατοίκησε στην Υπάτη κοντά στη σημερινή Λαμία και έκτισε ένα μικρό εκκλησάκι για να παρηγορηθεί για την ξενιτιά του.


Ένα παιδί από τους βοσκούς, φύλαγε τα γίδια του πατέρα του και μια νύχτα εκεί που κοιμόταν εκεί περίπου που είναι το σημερινό κοιμητήριο της Μονής, δίπλα από το κρυφό σχολειό, ακούει ξαφνικά πίσω του γλυκούς και απαλούς ύμνους. Από το φόβο του ξύπνησε και ενώ σκεφτόταν να βρει από πού έρχονται οι ύμνοι αυτοί βλέπει ξαφνικά ένα πύρινο στύλο, μια φωτεινή δέσμη που ξεκινούσε από μια σπηλιά και έφτανε ως τον ουρανό. Στην αρχή σκέφτηκε ότι ήταν ουράνιο τόξο, έπειτα πάλι μονολογούσε ότι το ουράνιο τόξο αφενός βγαίνει την ημέρα, αφετέρου είναι καμπυλωτό σε σχήμα, ενώ η φωτεινή αυτή στήλη ήταν κατακόρυφη ως τον ουρανό. Φεύγει λοιπόν κατατρομαγμένο στον πατέρα του και του αναφέρει το παράδοξο αυτό γεγονός. Ο πατέρας του αρχικά δεν το πίστεψε, αλλά την άλλη νύχτα πηγαίνουν μαζί και ω του θαύματος!!! Οι γλυκειές μελωδίες συνεχιζόταν και ο πυρσός ξεκινούσε πάλι από το σπήλαιο και έφτανε σον ουρανό. Την άλλη μέρα το παιδί μαζί με τον πατέρα και μερικούς άλλους βοσκούς εξερευνούν το σπήλαιο και βλέπουν την Αγία εικόνα να φεγγοβολά και να αστράφτει. Αφού την προσκύνησαν και χάρηκαν που βρήκαν ένα τέτοιο θησαυρό, άνοιξαν μονοπάτι προς το σπήλαιο για να ανάβουν καθημερινά ένα καντηλάκι μπροστά στην Χάρη Της. Με ποιο όμως τρόπο ήρθε μόνο ο Θεός ξέρει.

Μετά από λίγες ημέρες το γεγονός αυτό μαθεύτηκε στις γύρω πόλεις και περιοχές και έφτασε στα αυτιά του αρχοντόπουλου που την μετέφερε από την Προύσα. Χωρίς να χάσει καιρό πήρε μαζί του τους δούλους του και έτρεξε σε εκείνα τα μέρη αναζητώντας αυτό που επιζητούσε. Μετά από δυο μέρες έφτασε και μόλις την αντίκρισε, την αναγνώρισε αμέσως και έπεσε κάτω προσκυνώντας Την. Ποτάμι τα δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια του, δάκρυα χαράς για την εύρεση του θησαυρού του. Έπειτα αφού φιλοδώρησε τους χωρικούς που την βρήκαν πήρε την εικόνα για να επιστρέψει στην Υπάτη λέγοντάς τους : « Αδελφοί μου μη διαμαρτύρεστε εναντίον μου διότι αφενός η εικόνα είναι δίκη μου και έπειτα ο τόπος αυτός δεν είναι κατάλληλος ούτε για χτίσιμο εκκλησίας ούτε για συνάξεις προσκυνητών ».
Με αυτά τα λόγια άφησε λυπημένους τους βοσκούς και αυτός πήρε την Αγία εικόνα και αναχώρησε. Καθώς έφτασαν σε κάποιο ύψωμα του δρόμου κουράστηκαν και έβαλαν την εικόνα σε ένα ερειπωμένο εκκλησάκι για να ξαποστάσουν. Ενώ αποκοιμήθηκαν, όταν ξύπνησαν δε βρήκαν την εικόνα και ο άρχοντας σκέφτηκε ότι τους παρακολουθούσαν οι βοσκοί και ήρθαν κρυφά και την έκλεψαν.



Καθώς επέστρεφαν πίσω, το αρχοντόπουλο άκουσε μια γυναικεία φωνή λέγοντάς του : « Ω νέε σώσου και πήγαινε στο καλό, διότι εγώ αναπαύομαι καλύτερα σε αυτούς τους άγριους και ορεινούς τόπους με απλοϊκούς βοσκούς παρά σε μεγαλουπόλεις με πλούσιους άρχοντες. Αν θέλεις να μείνεις μαζί μου έλα και θα ναι και για καλό σου » και ξαφνικά πάνω στο βουνό δημιουργήθηκε το τύπωμα της Παναγίας μια τρύπα στην κορυφή του βουνού σε μέγεθος ίση με την εικόνα και κατά ύψος του βουνού εμφανίστηκαν αποτυπώματα ανθρωπίνου πέλματος. Περπάτησε δηλαδή η Παναγία προς την κορυφή του βουνού διαπερνόντας το για να φτάσει και πάλι στην θέση όπου αυτή διάλεξε να γίνει το μόνιμο κατοικητήριό της εδώ και χίλια περίπου έτη.

Αυτά τα άκουσε το αρχοντόπουλο με προσοχή και ελευθέρωσε τους δούλους του και γύρισε πάλι στο σημείο ευρέσεως της εικόνας και εγκατέλειψε τα εγκόσμια και αφοσιώθηκε στην υπηρεσία της Παναγίας. Έτσι λοιπόν έχουμε τους πρώτους μοναχούς που εγκαταστάθηκαν στον ιερό αυτό τόπο, που διάλεξε η Κυρά της Ρούμελης να χτίσει το αιώνιο σπίτι της, το αρχοντόπουλο που πήρε το μοναχικό όνομα Διονύσιος και ο δούλος του που πήρε το όνομα Τιμόθεος. 

Εκατοντάδες υπήρξαν συνολικά οι μοναχοί που διάβηκαν στο ψηφιδωτό του χρόνου το κατώφλι από την ιστορική Μονή της Παναγίας της Προυσιώτισσας, αγιάστηκαν και αγίασαν.
Επειδή λοιπόν η Εικόνα ήλθε από την Προύσα της Μ. Ασίας, ονομάστηκε και είναι γνωστή πλέον στους αιώνες ως «Παναγία Προυσιώτισσα»



Στο μικρό αυτό σπήλαιο, στην βόρεια πλευρά του καθολικού, διαμορφωμένο κατάλληλα σε παρεκκλήσιο, κατέχει το μεγάλο θησαυρό της Ορθοδοξίας, την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας.

Στο κέντρο του επιχρυσωμένου ξυλόγλυπτου τέμπλου και σε ανάλογο περίτεχνο και όμορφο προσκυνητάρι κατοικεί για χίλια και πλέον έτη η Παναγία η Προυσιώτισσα. Η εικόνα είναι μεγέθους 0,88 x 0,60 και πέρα από τα θαυμάσια θαύματα που κάνει χαρίζει στους πιστούς της πνευματική ευφροσύνη και αγαλλίαση, χαριτώνει την ψυχή του ανθρώπου. Η Παναγία εικονίζεται ως τη μέση και με το δεξί της χέρι δείχνει το Χριστό ενώ με το αριστερό τον κρατάει στοργικά στην αγκαλιά της. Ο Χριστός είναι στραμμένος προς το πρόσωπό Της και με το δεξί Του χέρι Την ευλογεί .


Πρόκειται για τον εικονογραφικό τύπο της Οδηγήτριας. Την εικόνα την καλύπτει αργυροχρυση επένδυση του Γεωργίου Καραϊσκάκη και μόνο τα ζωγραφισμένα πρόσωπα των εικονιζόμενων είναι φανερά.. Τα μεγάλα αμυγδαλωτά μάτια της Παναγίας, τα γραμμένα φρύδια, η μακριά ίσια καλλιγραφημένη μύτη, το μικρό κερασένιο στόμα, οι μεγάλες επιφάνειες των φώτων στο πρόσωπο φέρουν μπροστά μας μια από τις ωραιότερες και εκφραστικότερες μορφές της μεταβυζαντινής περιόδου. 

Η παράδοση, σύμφωνα με τον αριθμό 3 κώδικα της Μονής θέλει την εικόνα έργο του Ευαγγελιστή Λουκά. Η αργυροχρυση επένδυση-το πουκάμισο της Παναγίας οφείλεται σε εκπλήρωση τάματος του γενναιότατου στρατηγού Καραϊσκάκη ο οποίος όταν συχνά αρρώσταινε από την ασθένεια της θέρμης, πολλάκις φιλοξενούνταν στην Μονή Προυσού και νοσηλευόταν εκεί. Έταξε στην Παναγία να του χαρίσει την γιατρειά για να συνεχίσει τους ένδοξους αγώνες του για την απελευθέρωση του γένους, και θα την έντυνε με αργυρόχρυσο πουκάμισο. Πράγματι μετά την θεραπεία, ευγνωμονώντας Την, εκπλήρωσε το τάμα του στολίζοντάς την με την θαυμάσια τεχνουργημένη επένδυση, έργο του χρυσοχόου καλλιτέχνη Γεωργίου Καρανίκα το 1824, όπως μας αποκαλύπτει η ανάγλυφη επιγραφή πάνω από τον δεξιό ώμο της Παναγίας : « Η Παντάνασσα. Δι εξόδων του γενναιοτάτου στρατηγού Γεωργίου Καραϊσκάκη, χειρί Γεωργίου Καρανίκα, 1824 ».



Τα Ιερά θαύματα:

· Πλησίον και εμπρός τού Ναού υπάρχει ένα φοβερό χάος, πού καταλήγει σε βαθύ ρέμα. Μόνο να κοιτάξει κανείς φεύγει πίσω τρομαγμένος. Σήμερα βέβαια υπάρχουν προστατευτικά μέσα, παλαιά όμως όχι. Μία φορά, ημέρα εορτής στη Ιερά Μονή, μια γυναίκα έτυχε να στέκεται εκεί κρατώντας το παιδί της στην αγκαλιά της. Λόγω της πολυκοσμίας σπρώχθηκε, παραπάτησε και γκρεμίστηκε μαζί με το μικρό της, στο θανατηφόρο γκρεμό. Αμέσως έτρεξαν ορισμένοι από γύρω για να μαζέψουν τη μητέρα και το παιδί της. Μόλις έφθασαν στο βάραθρο, «ώ των θαυμάσιων σου. Δέσποινα τού κόσμου», είδαν τη γυναίκα σώα και αβλαβή να κάθεται σ' ένα λιθάρι και να κρατά στην αγκαλιά της το παιδί. Τη ρώτησαν πώς συνέβη και σώθηκε, και εκείνη απάντησε: «Καθώς έπεσα στο γκρεμό πρόφθασα να πω: Παναγιά μου Προυσιώτισσα, βοήθα με και έτσι η Δέσποινα Θεοτόκος φύλαξε, καθώς βλέπετε, κι εμένα και το παιδάκι μου».

· Το έτος 1918, στη μεγάλη γρίπη στο Μεσολόγγι πέθαιναν κάποιες δεκάδες άνθρωποι κάθε μέρα. Ζήτησαν να μεταφερθεί στην πόλη η Ιερά Εικόνα. Την προϋπάντησαν πάμπολλοι προ της πόλεως. Όμως οι ολιγόπιστοι και οι άπιστοι λόγω της επαφής των ανθρώπων ως προς τη μετάδοση της γρίπης, άρχισαν να λένε ότι οι θάνατοι θα πολλαπλασιασθούν. Τούτο έστεκε μόνο ιατρικά, όχι χριστιανικά. Διαψεύσθηκαν παταγωδώς. Το βράδυ εκείνο τελέσθηκε παράκληση και δέηση προς την Παναγία. Ο λαός με θέρμη πίστεως προσευχήθηκε. Πάντα προ του κινδύνου οι ψυχές «ανοίγονται» προς τον ουρανό. Άμεσο και ορατό το αποτέλεσμα. Την επόμενη δεν υπήρξε ούτε ένας θάνατος, αλλά ούτε και στη συνέχεια. Έμεινε πολλές ήμερες στην πόλη η Εικόνα και την προσκύνησαν με δέος και ευγνωμοσύνη πάρα πολλοί. Φυσικά ευεργετηθήκαν και οι ολιγόπιστοι, οι όποιοι και σίγησαν. Οι πιστοί της πόλεως αφιέρωσαν ασημένια επτάφωτη κανδήλα μεγάλης αξίας και τέχνης, όπου υπάρχει με στοιχεία των δωρητών και θυμίζει το πολλαπλό θαύμα.



· Μία γυναίκα πού διαμένει στη Βοστόνη της Αμερικής, μητέρα τριών μικρών παιδιών τότε, καταγόμενη από τα μέρη του Αγρινίου, προσβλήθηκε από καρκίνο. Μετά πίστεως παρακάλεσε την Προυσιώτισσα, την οποία είδε και στον ύπνο της και τη διαβεβαίωσε ότι είναι πλέον υγιής. Όταν το 1980 ήλθε στην Ελλάδα πήγε και στη Μονή για να ευχαριστήσει την Παναγία. Εκεί άφησε γραμμένους και τους εξής στίχους: «Δεν ξέρω. Παναγία μου, πως να σ' ευχαριστήσω, πως να σου πλέξω στέφανα, να σε δοξολογήσω. Σ' ευχαριστώ, σ' ευχαριστώ, σου στέλνω ευχαριστίες, Ώ! Παναγιά Προυσιώτισσα, ύμνους, δοξολογίες».


Τα Πατήματα της Παναγίας της Προυσιώτισσας



Στο δρόμο για τον Προυσό υπάρχει το μονοπάτι όπου βρίσκονται τα "πατήματα της Παναγίας". Είναι ένα αξιοπερίεργο και ανερμήνευτο γεωλογικό φαινόμενο, ...
καθώς στον κάθετο βράχο και ενσωματωμένο σ' αυτό φαίνονται επτά διαφορετικού χρώματος σχήματα που έχουν την μορφή πατημάτων.



Το εικονοστάσι που βρίσκεται στα πατήματα της Παναγίας της Προυσιώτισσας



Από το σημείο αυτό σύμφωνα με την παράδοση, πέρασε η Παναγία στο δρόμο της για τον Προυσό.



Η σχετική παράδοση αναφέρει τα εξής: ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ


Ο Ευαγγελιστής Λουκάς κατά την περίοδο που βρισκόταν στην Πάτμο, ζωγράφισε μαζί με άλλες εικόνες και την εικόνα της Παναγίας που βρίσκεται στον Προυσό.



Τὰ «Πατήματα τῆς Παναγίας» ἀλλὰ καὶ την εικόνα της, συναντάει ὁ ἐπισκέπτης στὸ μονοπάτι ποὺ ὁδηγεῖ στὴ Μονὴ Προυσοὺ στὸ Καρπενήσι.



Τὸ σημεῖο ποὺ βρίσκεται μόλις 10 χλμ ἀπὸ τὸ μοναστήρι τοῦ Προυσοῦ εἶναι ἐπισκέψιμο καὶ πλῆθος πιστῶν δὲν παραλείπουν νὰ κάνουν μία στάση γιὰ νὰ προσκυνήσουν μὲ εὐλάβεια καὶ ταπείνωση. 



Μπρελὸκ αὐτοκινήτων, κλειδιὰ καὶ κέρματα εἶναι μόνο μερικὰ ἀπὸ τὰ προσωπικὰ ἀντικείμενα ποὺ ἀφιερώνουν στὴν Παναγία οἱ προσκυνητές. Δειλὰ-δειλὰ ἀνάμεσά τους ξεπροβάλλουν κοῦκλες μικρῶν παιδιῶν «ἐκλιπαρώντας» γιὰ τὴν προστασία τῶν νεαρότερων πιστῶν.




Επιμέλεια Παναγία Ιεροσολυμιτίσσα